Καλά το κατάλαβες, βαριόμουν να σου βρω έναν πιο φαντεζί τίτλο να σε θαμπώσω και να σε προσεγγίσω αλλά εντέλει για ευσεβείς πόθους θα σου πω, οπότε μας κάνει.
Που λες με την ίδια ευκολία που η κυβέρνηση περνά αυτούς τους ονομαστικά αστείους μα ουσιαστικά επικίνδυνους νόμους, εγώ θα ήθελα να έχω την δύναμη να περάσω δικούς μου νόμους και είτε να καταργήσω, είτε να κατοχυρώσω όχι πολλά, ένα δύο πραγματάκια.
Αρχικά θα ξεκινήσω με την κανονική μου ζωή.
Δεν θα ήθελα να με ξαναξυπνήσει κανείς. Δεν είναι ότι έχω καμιά ιδιαίτερη σχέση με τον ύπνο, λειτουργώ και χωρίς αυτόν, μπορεί κατά βάθος να είμαι και ζόμπι, αλλά όταν με ξυπνούν απότομα με βασανιστικές μεθόδους όπως: χτύπημα τηλεφώνου κινητού, χτύπημα τηλεφώνου σταθερού (και έχουμε και τέσσερα, με αυτές τις κλασσικές μελωδίες και όταν κάποιος καλεί και εγώ κοιμάμαι, πετάγομαι γιατί νομίζω ότι αναστήθηκε ο Μπαχ και ήρθε να μου παίξει την τελευταία του συμφωνία), με το τράβηγμα των κουρτινών ή το «ξύπναααααααα, άργησες», κάτι παθαίνω.
Επιπλέον, θα ήθελα να βρεθεί μια λύση για τις μετακινήσεις. Να λυπηθεί ρε παιδί μου κάποιος το νευρικό μου σύστημα. Ας γίνουν σεμινάρια οδικής συνείδησης και συμπεριφοράς, ας πάρουν τα διπλώματα από όλους τους άσχετους, να μείνει η Ελλάδα χωρίς αυτοκίνητα να γλιτώσουμε και από το καυσαέριο ή δεν ξέρω σκεφτείτε και εσείς κάτι, γιατί εμένα η δεύτερη λύση μου άρεσε τόσο που το μυαλό μου αρνείται να πάει παρακάτω. Δεν μπορώ μια απόσταση δέκα λεπτών, να την κάνω τριάντα οκτώ λεπτά μετά από μούντζες, βρισιές , λίγο ξύλο, λίγο τσαμπουκά κτλ. Και σε ρωτάει η άλλη μετά ξέρεις και γαλλικά; Ναι ρε ξέρω, οδηγώ. Και όταν οδηγείς τα γαλλικά είναι πιο απαραίτητα και από τις ταχύτητες.
Και τέλος τον νεοπλουτισμό και την αμερικανιά. Δηλαδή για να καταλάβεις βλέπω δεκαεφτάχρονη να λέει "Χάπι Χάλαιν” και θέλω να της πω, πρώτον ότι το γράφει και άρα το λέει λάθος και δεύτερον που το βρήκες κούκλα μου; Στο χωριό σου, στο ανατολικό Μανχάταν; Βλέπω μεσήλικα να ζητά ένα φρέντο αράμπικα και θέλω να του πω «αχ σας καταλαβαίνω, τι ξύλο θα φάγατε και εσείς μικρός για να μάθετε τον αράμπικα». Τέλος βλέπω γιαγιά με iphone (ισχύει τώρα αυτό, στον σταυρό που σου κάνω, που δεν τον βλέπεις, μα εμπιστεύσου με) να λέει στον εγγονό της: « να εδώ είναι καμάρι μου το χαρτζιλίκι, το βλέπεις; Έλα πασά μου να δεις την γιαγιάκα και θα στο δώσω». Και που να ήξερε ο δημιουργός της βίντεο κλήσης πώς θα χρησιμοποιούνταν μελλοντικά η ανακάλυψη του, από μια γιαγιά.
Τώρα όσον αφορά το blog θα ήθελα να μην ξαναδώ κουλό σχόλιο.Δηλαδή δεν μπορεί εγώ να έχω γράψει ολόκληρο πολιτικό – κοινωνικό κείμενο και να έρχεται ο άλλος και να λέει «καλησπέρα», αυτό, σκέτο. Κάτσε ρε φίλε το καταλαβαίνω, είσαι λιγομίλητος, σταράτος, αλλά ούτε καν καλή εσπέρα δεν σου περιέγραψα, είσαι εκτός θέματος, δεν πιάνεις το feeling.
Επιπλέον θα ήθελα να έχω την δύναμη σαν σωστός και καλός τολμώ να πω blogger που είμαι, να κάνω τον κόσμο να γελά μέσα από το blog μου, αλλά δεν μου βγαίνει γιατί είμαι πολύ σοβαρός άνθρωπος (δεν θέλω γέλια) και καταπιάνομαι ως επί το πλείστον με φλέγοντα θέματα που απασχολούν το κοινωνικό σύνολο (δεν θέλω γέλια λέμε) και ταλανίζουν την ελληνική πραγματικότητα (ε άντε να χαθείτε με τα γέλια σας).
Τέλος, θα ήθελα ένα αποκλειστικό από τον Μητσοτάκη για τον τάφο στην Αμφίπολης, να βγω να τρελάνω κόσμο διεθνώς, αλλά δεν εγγυάται η πλατφόρμα την ασφάλεια του blog οπότε καταπιέζομαι, αλλά αν μπορούσα θα ‘θελα. Διότι αν δεν ξέρει ο Μητσοτάκης ποιος είναι ο «κάτοικος του τάφου» (άκου έκφραση) τι να φτουρήσει καλέ το DNA, μην τρελαθώ τώρα.
Αυτά τα λίγα από εμένα και επειδή «Σάντα ιζ καμιν του τάουν» και επειδή το κινητό μου χάλασε και είμαι άσχημα ψυχολογικά, ας μου φέρει -για να μην έρθει και με άδεια χέρια- ένα όπως θα έρχεται , πρώτον γιατί μεγάλωσα για σοκολάτες και δεύτερον γιατί μπορεί να ήμουν κωλόπαιδο, αλλά ήμουν το καλύτερο κωλόπαιδο του κόσμου και αυτό κάτι λέει. Δεν περιγράφω άλλο.
16.Τέσσερις μπλογκερς – τέσσερις σταθμοί σιχτίρ time
Ταραχοποιός
Ο αρχηγός
Πυρπολεί και αφυπνίζει…
Πεδίο βολής το μπλογκοχωριό!
Δυναμιτίζει!
Ζουρλοπαντιέρα
Η βραχονησίδα
Κόκαλα πάντοτε τσακίζει…
Κάλλος, σιχτιριά κάνουν συντροφιά!
Χαστουκίζει!
Τσαντίλας
Ο καπετάνιος
Χρυσούς πισινούς ραβδίζει…
Χιούμορ, λεβεντιά τρατάρουνε χαρά!
Φουφουλίζει!
Άριστη
Η μπουκλωτή
Με «ντεκουπάζ» προβληματίζει…
Βεγγέρα δημιουργίας το μπλογκοαρχοντικό!
Μαγνητίζει!
Συγχωρεμένα να ’ναι, απ’ τους φίλους κι όλους τους άλλους, όσα λέω παραπάνω,
μα το ’χα μαράζι να το κάνω!
(Παρακαλώ όσοι αναγνωρίσουν τον εαυτό τους πιο πάνω να μην το ψηφίσουν!)
17.Γάτος γαμεί και γάτος σκούζει
Πριν περίπου χίλια χρόνια ένας γάτος παιδαράς
τις γατούλες εκοιτούσε που κουνούσαν την ουρά
και τις μύριζε απ' τα σκέλια να βρει ποια 'ναι καρπερή
γιατί ήταν ο καιρός του για να κάνει ένα γατί.
Μια βρωμούσε μια του εξίναε κι έμενε όλο μοναχός
κι αν το γούστο περιμένει, δεν το κάνει κι ο καιρός!
Κι ήρθε και η αποφράδα μέρα που 'ταν Κυριακή,
μια γατούλα του εκούναε την ουρά μ'άψογο στυλ.
Ο γάτος μας ήταν βαρβάτος και της άρεσε πολύ
κι αυτή ήθελε και πάλι και ξανά και πιο πολύ!
Παρ' τον κάτω το γατούλη π' είδε γάτας τη χαρά
"έτσι την περνάνε όλοι οι πασάδες στο ντουνιά;"
Και την ψώνισε ο καημένος, μούρη πούλαγε πολύ
κι όποιον κι αν θα συναντούσε, του 'λεγε "πήδηξα αυτή"!
Κι ένιωσε ο πιο γαμίκος ο γατούλης στην αυλή
και απέκτησ' ένα ύφος Γκλέτσου-Τζώρτζογλου μαζί!
Να 'σου φόρεσε φιογκάκια, γάντια κι ένα παπιγιόν
κι όπου έβλεπε γατάκια κάνει τον ομορφονιό.
Έξω απ' τα γατοσχολεία ψάχνει για καμιά μικρή
γάτα για να τη μυήσει στων σωμάτων τη γιορτή!
Πήρε μια και δυο και πέντε και διπλάσιο αριθμό
γάτες που επιθυμούσαν γάτο εξωσχολικό.
Μα η τύχη είναι μια ρόδα και κινείται καταπώς
το μυαλό γατών κι ανθρώπων της ρυθμίζει το κοντρόλ
Έτσι κι ένα πεταχτούλι και ναζιάρικο γατί
του εμπήκε μες στο μάτι, μα ήταν δύσκολο πολύ!
Τι αγάπες και, λουλούδια, τί υποσχέσεις και μπλα-μπλα
Τι της έγραφε τραγούδια, η μικρή όμως δεν τσιμπά!
Τι κι αν χάραξε στο μπράτσο τ' όνομά της σε ταττού
τι με γκράφιτυ στον τοίχο του απέναντι σπιτιού!
Μα κι αυτή -καλή γαϊδάρα- δε λυγίζει ούτε μ' αυτά
παρά μόνο όταν της τάζει να την πάει στον Καρρά!
Κι εκεί δώστου τσιφτετέλια στα τραπέζια και χορούς
και σαμπάνιες και παρτέρια με κοτσάνια και ανθούς
και -που λες- πάνω στο πιώμα, την ερίχνει τη μικρή
κι από τα φιλιά στο στόμα, την ξαπλώνει στο χαλί!
Μα απ' το πιώμα δεν κρατιόταν ο γατούλης ο φτωχός
και δεν έβαλε ο δόλιος ένα προφυλακτικό!
Κι όταν είχανε τελειώσει κι αντελήφθη το "κακό",
την επήγε φαρμακείο για αντισυλληπτικό.
Μα αυτή εκεί αρνήθη χάπια κι άλλα χημικά
και του είπε την ευθύνη αυτός την έχει μοναχά!
"Γω δεν ήξερα" του λέει "τί σημαίνουν όλα αυτά
κι άμα μ' έχεις εγκαστρώσει, θα μες πας και στον παπά"!
Ο γάτος μας πανικοβλήθη, καταριόταν το πουλί
που τον είχε καταντήσει σαν πρωτάρικο γατί!
Κι όταν είδε το predictor πως εβγήκε θετικό
καταριόταν τον βαρβάτο, τον γατίσιο ανδρισμό!
"Αλί, αλί και τρισαλί σου, σύ γατίσιο μου πουλί
που μου κυβερνάς το νου μου και τον στρίβεις κατακεί...
που προβάλλει μια γατούλα, όλο νάζι, τρυφερή,
που όμως θέλει να τυλίξει των γατών το γητευτή!
Έρωτα πανάθεμά σε που με βρήκες δυνατό,
κι από ξύπνιο μ' έχεις κάνει κι από βόδι πιο χαζό.
Λεν ο Έρωτας τυφλώνει -μαλακία είναι... γι' αυτό!-
μόλις γεννηθεί ο γιος μου, τότε θα σε εκδικηθώ!
Θα του πω "όλες είν' πουτάνες, σύ να βρεις μια μοναχά
που θα κάθεται στο σπίτι και θα σ' έχει σαν αγά
Θα σε πλένει, θα σε ντύνει κι όταν θα 'χεις "φουσκωτές"
Θα ανοίγει και τα πόδια για να μπεις για όσο θες
Κι όταν θέλεις να τελειώνεις, μη σε νοιάζει αν αυτή
θα 'ναι ευχαριστήμένη, μα πώς πέρασες εσύ!"
Έτσι θα του πω του γιου μου, γιος θα είναι -δε μπορεί!-
από τέτοιο άντρα γατούλη... να μη βγει σωστό παιδί!"
Με δίδαγμα τελειώνει
και τούτο το τραγούδι:
"Γάτος γαμεί
και γάτος σκούζει!"
Ας πρόσεχε κι ο γάτος
μέσα να μην τελειώνει!
Μπάτσοι, γουρούνια,
δολοφόνοι!
18."ΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΑ, ΑΠΟΣΤΟΛΕ ΕΙΣΑΙ..."
Τόλη μου, Τόλη μου, Τόλη μου. Τι πλάσμα είσαι εσύ Τόλη μου! Πόσα χρόνια θα περάσουν ακόμα, για να ξεχάσω εκείνες τις φλογερές νύχτες που ζήσαμε μαζί (Τόλη μου)... Εκείνες τις νύχτες που, εγώ έλιωνα στον καναπέ μου για να σε κοιτάω κι εσύ έλιωνες στην τηλεόραση, μέχρι να ψήσεις αυτή την αναίσθητη την Ερατώ να σε ακολουθήσει, κι αυτή μας το έπαιζε και δύσκολη! Μμμμ! Μούτρα για να της ρίξεις δεύτερη ματιά κι εκείνη να σε απαρνείται κι από πάνω! Ποιον; Εσένα! Τον μπαλαμό Θεό. Που έβγαινες Απόστολε μου τότε, στους "ψίθυρους καρδιάς" και σταμάταγε η κυκλοφορία, όχι μόνο στις λεωφόρους, αλλά και στις διασταυρώσεις μη σου πω, σε όλη τη χώρα!
Που, μια ματιά σου μόνο στην τσιγγάνα, έφτανε για να κάνει τα μηχανάκια της agb αεροπλάνα και τις Ελληνίδες, από βέρες έως μετανάστριες τρίτης γενιάς, να παρακαλάνε να είχανε γεννηθεί τσιγγάνες τουρκογύφτισσες! Αλλά εσύ εκεί, σκληρό αγόρι, δεν είχες μάτια παρά μόνο για αυτό το ξυλάγκουρο την Ερατώ! Την οποία παρεμπιπτόντως, κατάφερες να κατακτήσεις στο τέλος κι όλες εμείς οι μπαλαμές από το σπίτι, είχαμε πλαντάξει στο κλάμα, όχι επειδή την κατάφερες, αλλά επειδή δεν ήμασταν στη θέση της! Και πάνω που είχες αφήσει τον έρωτα της Άννας-Μαρίας, ήρθε ο έρωτας της Μαρίας-Ελένης! Ε, πες το μας κι αυτό βρε Απόστολέ μας, ότι το βίτσιο σου τελικά είναι τα διπλά ονόματα! Α, ξέχασα, να σου συστηθώ καλέ: Μαρία-Ντολόρες.
Έλα, πες μου πως έχω ελπίδες κι εγώ και τι στον κόσμο! Από όσο ξέρω, είσαι ελεύθερος Αποστόλη μου. Τρεις μήνες όλους κι όλους, σου κράτησε η φλόγα του γάμου με αυτήν την Μαρία-Ελένη (τζάμπα οι μπαλωθιές!) και μετά σε χτύπησε το μεγάλο το κακό: τοπική αυτοδιοίκηση το λέγανε κι εσύ τα μάζεψες και την έκανες για δήμαρχος. Πως τα περνάς έτσι τα στάδια, Τόλη μου παλικάρι μου; Πως να σε προλάβω η δόλια η θαυμάστρια! Που μέχρι τα εκλογικά μου δικαιώματα είχα ετοιμαστεί να μεταφέρω στη Στυλίδα (να σε βλέπω στα διόδια να ανοίγεις τις μπάρες κι ας με λένε τρελή, σ' αγαπάω πολύ και σε νοιάζομαι!) κι εσύ έβαλες πλώρη για τη Βουλή;
Αλλιώς μας τα 'λεγες όμως παλιά Τόλη μου. Τα θυμάμαι σα να 'ναι τώρα. Εσένα λέει δεν σε ενδιέφερε η Βουλή, μόνο οι αγώνες στην άσφαλτο σε ενδιέφεραν (πια). Αλλά, ας όψεται που ξαφνικά ένα πρωί, αποφάσισες να γίνεις κι εσύ σωτήρας στη θέση του σωτήρα (ο πρώτος σωτήρας με κάργα τεστοστερόνη τουλάχιστον) και μια και δυό, μου έκανες κόμμα! Και το όνομα αυτού..."Τελεία"! "Τελεία"; Τελεία και παύλα, Απόστολε είσαι...μια από τα ίδια με όλους τους άλλους γαμώ το κέρατο μου, γαμώ! Για πότε μου άρχισες εκείνα τα "μέχρι και με το διάολο θα συνεργαστώ, για το καλό του τόπου", ούτε που το κατάλαβα! Το μόνο που σου μένει τώρα πια, είναι να σε δω και σένα με το δισάκι σου στον ώμο και να χάσω πάσα ιδέα, ανάθεμα την ώρα που "τι πρέπει τι δεν πρέπει εγώ δε σκέφτηκα, εγώ μέχρι θανάτου σε ερωτεύτηκα"...
Υ.Γ Και μην σε ξανακούσω να λες ότι είσαι προετοιμασμένος ακόμα και για την αποτυχία (ποιος; εσύ!) κι ότι, "σιγά και τι έγινε; το πολύ-πολύ, αν δεν εκλεγώ, θα πάρω μια ψαρόβαρκα το μωρό μου". Κι εγώ γιατί είμαι εδώ βρε κουτό; Έχω και δίχτυα, πάμε για ψάρεμα; Μαρία-Ντολόρες: τηλέφωνο: 6970...... ;)
19.Οι πεινασμένοι και τσιγκούνηδες 'φίλοι' μου!
Σου έχει τύχει να σε καλούν για φαγητό και φεύγοντας να περνάς από το πρώτο σουβλατζίδικο που βρίσκεις για ένα ή δύο πίτα με γύρο από όλα... Μην σου τύχει.
Σου έχει τύχει να τους προσκαλείς για φαγητό, να τρώνε σαν να μην υπάρχει αύριο και έπειτα να κάθονται, αραχτοί, μέχρι το βράδυ περιμένοντας καφέ και γλυκό? Εδωώ το καλό κορόιδοοο!
Σου έχει συμβεί να σου ανταποδίδουν την πρόσκληση λέγοντας σου όμως να έρθετε από το σπίτι να τσιμπήσουμε κάτι? Αν θυμάμαι καλά πριν λίγο καταβρόχθισες, δεν τσίμπησες μανούλα μου!Εννοείται πως δεν περιμένεις να σου έχουν φαγητό.. ντροπή σου και μόνο που το σκέφτηκες! Κανένα μεζεδάκι για το κρασί σου..
Να τους ρωτάς Κυριακή 11 το πρωί 'θα θέλατε να έρθετε να ψήσουμε' να απαντάει θετικά αυτός που είχε σηκώσει το τηλέφωνο (χωρίς να ρωτήσει τον/την σύντροφο του) και σε λιγότερο από μια ώρα να είναι στο σπίτι σου? Από πότε έχετε να φάτε ρε παλληκάρια?
Να πηγαίνεις με ολόκληρο γλυκό στο σπίτι τους και να έρχονται στο δικό σου με τέσσερα κομμάτια.. Και να γνωρίζουν πως στο σπίτι θα βρίσκονται το απόγευμα έξι άτομα στο σύνολο.. Το γλυκάκι να γυρίζει παιδιά...
Να σε ρωτάνε 'Θέλετε να μαζευτούμε να ψήσουμε στο δικό σας σπίτι και να πάμε μαζί να ψωνίσουμε' να λες ναι προκειμένου να βρεθείτε να κάνετε παρέα (άσχετα που το δικό σου σπίτι θα γίνει πάλι χάλια) και να καταλήγεις να τα ψωνίζεις όλα εσύ, κρέατα, ποτά, αναψυκτικά, γλυκά και να πλένεις και τα πιάτα και να τους κάνεις και καφέ. Ναι μπορείς να με φωνάζεις και Καλή μου Δούλα!
Να έρχονται σε στυλ λίγο από ακάλεστοι 'σας παίρνουμε τηλέφωνο να δούμε αν είστε εκεί, ερχόμαστε για μπιρίμπα' Είσαι δεν είσαι κουρασμένος, ποιον ενδιαφέρει.. Έχεις - δεν έχεις πρέπει να τους κεράσεις.. Γιατί μην ξεγελαστείς, έρχονται πάντα με άδεια χέρια!
Τους εξηγείς πως μόλις έχεις γυρίσει από την δουλειά και δεν ήξερες πως θα έχεις κόσμο οπότε ερχόμενοι αν μπορούν να φέρουν πατατάκια, μπισκότα, αναψυκτικό. Φίλοι αυτοί.. φίλη και εσύ!! Αφού τα τρώνε φιλενάδα όποτε τα βρίσκουν εδώ ας φέρουν κιόλας, έστω μία φορά... Το γέλιο?
Σου δίνουν την σακούλα που μέσα έχει την απόδειξη, τους δίνεις τα χρήματα ούτε 5 ευρώ και τα παίρνουν!! Ούτε ο Βέγγος στο Θα σε κάνω βασίλισσα τέτοια τσιγκουνιά...
Να ξημεροβραδιάζονται κάθε Σαββατοκύριακο στο σπίτι σου και εσύ το δικό τους ούτε που θυμάσαι πως είναι... Ε βλέπεις στα δικά μας ανάκτορα κάνω εγώ την υπηρέτρια.. ενώ εκεί θα πρέπει να την κάνει η ίδια της!
Να σε καλεί ο ένας από αυτούς, στο από κάτω σπίτι από το δικό σου, και να σου λέει η άλλη (η φιλενάδα 'μας'που την έχει καλέσει και αυτήν και δεν έχουμε δει το σπίτι της μέχρι τότε-2 χρόνια μετά) φτιάξε μου ένα καπουτσίνο στην εσπρεσιέρα σου να μου τον φέρεις γιατί αυτός εδώ δεν έχει..
Έχω στείλει το γκαρσόνι (τον άντρα μου) για μια παραγγελία ρε γμτ και κρατάω μόνη μου το καφενείο..
Στο δικό σου το σπίτι να πίνουν καφέ, αναψυκτικό και να ζητάνε και κανένα ποτάκι ή κρασάκι.. Στο δικό τους έχουν ωραιότατο καφέ και νερό της βρύσης.. άλλωστε δεν πήγες εκεί για να πιεις.. για την παρέα πήγες!! Αν πάλι θες ντε καλά να πιεις κάτι θα σε κεράσουν από το κρασί του 1 ευρώ και κάτι, που εγώ το έχω για μαγείρεμα, και θα σου πούνε πως όταν το δοκίμασαν απόρησαν με το πόσο ωραίο ήταν και δεν το γνώριζαν. Την επόμενη φορά θα τους βγάλω το ξύδι!!
Να πηγαίνεις στο σπίτι τους, αφού σε έχουν καλέσει για καφέ και να τους ενημερώνεις πως θα φέρεις παγωτό να κάνουν χώρο. Να μην σου βάζουν, να το κρατάνε γι αυτούς και εσένα να σου δίνουν 3 κατεψυγμένα τυροπιτάκια που είχαν ψήσει από μια σακούλα. Και τι να πεις.. Όταν έρχεσαι στο σπίτι μου ψήνω όλη τη σακούλα αφού έχουμε πρώτα φάει το κέικ που έχω φτιάξει με το καφέ??
Να μου λένε κιόλας, Μήπως θέλετε από το παγωτό που φέρατε?? Αλλά νομίζαμε πως το φέρατε για εμάς?? Όχι δεν κάνουν την κίνηση να σου βάλουν είναι ερώτηση που δεν σηκώνει Ναι για απάντηση.
Με καλούν για φαγητό κάποιοι, ας του ονομάσουμε φίλους, παίρνω το γλυκό μου από το ζαχαροπλαστείο και Κυρία μετά του συζύγου/συντρόφου/αρραβωνιάρη (ότι διαθέτει η κάθε μία) χτυπάω το κουδούνι της οικίας όπου είμαι καλεσμένη. Με κερνούν καφέ και περιμένω την οικοδέσποινα να μαγειρέψει εφόσον με έχει καλέσει για φαγητό, μακαρόνια με κεφτεδάκια κοκκινιστά μου λέει και χαμογελαστή αφού έχω το θάρρος προτείνω να την βοηθήσω με το να μου δώσει τα μακαρόνια να τα ρίξω στην κατσαρόλα και να τα προσέχω. Ανακαλύπτει πως δεν έχει μακαρόνια αλλά δεν υποψιάζομαι εγώ. Της λέω δε πειράζει μπορούμε να τηγανίσουμε πατάτες, 'μα ουτε πατάτες έχω' μου απαντάει.. Άνθρωποι είμαστε σκέφτομαι, εργαζόμενοι είμαστε, φυσιολογικό να μην προλαβαίνουμε όλα τα ψώνια.
Είναι Κυριακή όμως και είναι τα πάντα κλειστά άρα οι επιλογές περιορισμένες έτσι της προτείνω να πάρουμε το αυτοκίνητο και να πάμε από το σπίτι μου, 3-4 χλμ, να πάρουμε μακαρόνια και πατάτες που έχω γιατί φρόντισα αν και δεν είχα καλεσμένους στο πρόγραμμα. Της άρεσε η ιδέα και ενώ ετοιμαζόμαστε να φύγουμε, ο άντρας της που μάλλον την ξέρει, της λέει ευγενικά να πάει στο πιο κοντινό ψιλικατζίδικο-μίνι μάρκετ και να πάρει ένα πακέτο μακαρόνια. Έτσι επιστρέφει η οικοδέσποινα με ένα πακέτο μακαρόνια όπου μου το δίνει και μου λέει να μην το βάλω όλο αλλά το μισό. Εγώ απόρησα πως είναι δυνατόν 4 άτομα να φάνε μισό πακέτο μακαρόνια και ευγενικά την ρωτάω αν είναι πολλά τα κεφτεδάκια και για αυτό μου το λέει. Εκείνη την στιγμή ανοίγει την κατσαρόλα και μου λέει πως έχουν μείνει τέσσερα κεφτεδάκια από χθες και θα βάλει από έναν στον καθένα συν τα μακαρόνια. Με τα χίλια ζόρια έβαλε όλο το πακέτο με τα μακαρόνια και εγώ με τα χίλια ζόρια κρατήθηκα και δεν της θύμισα πως σχεδόν κάθε Σαββατοκύριακο έρχεται στο σπίτι μου και τρώει τον αγλάεορα με τον αρρεβωνιάρη της...
Μια σημείωση, πλήρωναν 600 ευρώ ενοίκιο, τότε, και ένα από τα αυτοκίνητα τους ήταν σπορ κάμπριο. Δεν ξανά πήγαμε για φαγητό στους συγκεκριμένους και μία φορά που δε μπορούσαμε να αρνηθούμε φροντίσαμε να είμαστε φαγωμένοι!
Ήταν μια εποχή που στη παρέα ήμασταν έξι άτομα.. Δεν έχω λόγια! Ξεπαραδιαστήκαμε! Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ ήταν κουβαρντόπαιδο μπροστά τους για να καταλάβεις. Δεν έκανα τίποτα όλη την χρονιά παρά μόνο μαγείρευα καθάριζα και πήγαινα στην δουλειά μου. Όλοι γύρω μας αγόραζαν αυτοκίνητα, έπιπλα, πηγαίναν ταξίδια, εκδρομές, έξω για φαγητό και εμείς με το ζόρι να βγάλουμε το μήνα.. Θυμάμαι να απορώ..
Την επόμενη χρονιά προστέθηκε ακόμα ένα ζευγάρι στην παρέα, μάθανε πως..... πλάκωσαν και .......
Τους έδωσα δύο ευκαιρίες.. την πρώτη τους μαγείρεψα Καρμπονάρα και μου το ανταπέδωσαν με μια στριφτόπιτα κομμένη στα τέσσερα και ένα λουκάνικο από ένα βαζάκι, γνωστού γερμανικού σούπερ μάρκετ... Ααα μην είμαι και αχάριστη.. μου δώσαμε και κέτσαπ να βάλω χωρίς ψωμί βέβαια. Την δεύτερη τους κεράσαμε το ποτό τους σε ένα μπαρ και μας το ανταπέδωσαν με ρυζόγαλο που εγώ το σιχαίνομαι και ήξεραν και παρόλα αυτά το μαγείρεψαν! Είναι που λες δε μπορεί ρε φίλε.. πλάκα μου κάνουν!!
Το σπίτι μου από τότε το ανοίγω σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ας με πουν και γαϊδούρα..
20.Ο νέραΐδος
Αν δεν γελάσατε με τον τίτλο μην περιμένετε αυτό να γίνει μέσα από το κείμενο. Την αμαρτία μου νωρίς - νωρίς την εξομολογούμαι.
Θέλησα να μεταφέρω στο χαρτί μια πραγματική ιστορία και πίστεψα ότι θα κατόρθωνα να γράψω μια παράφραση της. Απέτυχα. Και αυτό γιατί ένοιωσα τρομερά υπεύθυνος και κάθε λέξη την έγραψα με ακρίβεια όπως ξέρω τα γεγονότα από συγγενείς πρώτης και δεύτερης γενιάς καθώς και από παλιούς φίλους που θυμήθηκαν τον περίφημο νέραιδο και τον μνημόνευαν σε κάθε ευκαιρία.
Θυμάμαι όταν μου πρωτοείπαν την ιστορία στην αρχή έπιασα τον εαυτό μου να χαμογελά. Πριν ολοκληρωθεί όμως η αφήγηση είχα νοιώσει παράξενα, λίγο φοβισμένα. Σήμερα όταν τη θυμάμαι και αναπολώ νοιώθω αμήχανα. Στα ανεξήγητα σηκώνουμε τους ώμους....
Θέλω να ξέρετε ότι είμαι σε θέση να δώσω περισσότερα στοιχεία σε όσους ασχολούνται με τα παράξενα φαινόμενα της φύσης. Και διευθύνσεις συγγενών του νέραιδου. Εν τω μεταξύ έχει αρχίσει και η τουριστική προβολή του θέματος. Έγινε τοπογραφική αποτύπωση των αλωνιών και της πηγής που έγιναν τα γεγονότα και έτσι υπάρχει η δυνατότητα να τα επισκεφτεί κάποιος. Κάπου κοντά στο Βαλτέτσι. Εκεί που δοξάστηκε και ο πολέμαρχος Κολοκοτρώνης.
Καταλαβαίνω ότι μερικοί θα σταθούν μόνο στα ιδιαίτερα σημεία της Ιστορίας μας. Κάποιοι άλλοι όμως στα ταξίδια του μυαλού τους θα προσθέσουν λόγω επικαιρότητας και προ-προγόνους που και αυτοί έχουν αναληφθεί. Σε ακραία περίπτωση θα μπορούσε να συμπεριληφθεί και ο πρώτος ένοικος του λόφου Καστά!
Αυτά για πρόλογο. Θα ήθελα μόνο να παρακαλέσω όσους θα προβούν σε άλλους συνειρμούς και χρησιμοποιήσουν το κείμενο για να ξεγελάσουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους τώρα τα Χριστούγεννα δίχως να τους πάρουν ταυτόχρονα και δώρα, καλό θα είναι να εκτιμήσουν εγκαίρως τη μεγάλη βοήθεια που τους παρέχω και να στηρίξουν ανάλογα το κείμενο με τη θετική ψήφο τους......
.........................................................................................................
Ο νέραιδος.... Ακουστά όλοι μας έχουμε για τις νεράιδες. Έβγαιναν κυρίως τη νύκτα, τραγουδούσαν, χόρευαν, μοιρολογούσαν. Συνήθως κοντά σε ποτάμια και σε βρύσες. Κοντά στο νερό. Αλλά και σε δάση, σε ξάγναντα, σε αλώνια, σε πλατώματα γενικά.
Όχι, δεν τις έβλεπαν όλοι. Κάποιοι μόνο , και αυτοί λιγόστευαν όσο περνούσαν τα χρόνια. Έμειναν στην ιστορία με όρους μεγάλης φαντασίας.
Όταν τους είπε ότι βλέπει νεράιδες όλοι τον κορόιδευαν. Τι ονειροπαρμένο τον είπαν, τι αλαφροΐσκιωτο.
«..χορεύεις και εσύ μαζί τους...» τον πείραζαν.
Αυτός δεν χόρευε, αλλά αυτές δεν ξεκολλούσαν από δίπλα του.
«... να τον πάμε στο γιατρό...»!!!!
Στο γιατρό δεν πήγε αλλά πολλές φορές πήρε μαζί του και άλλους για να δουν τις νεράιδες!!!
Όμως αυτές, λες και το έκαναν επίτηδες, δεν έβγαιναν όταν έβλεπαν πολλά άτομα. Είχαν συμπαθήσει μόνο τον νέραιδο. Γιατί όπως όλοι καταλαβαίνουμε , έτσι τον αποκαλούσαν πλέον στην γύρω περιοχή.
Το μυστήριο μεγάλωνε και κάποιοι βάλθηκαν να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση. Άρχισαν να τον παρακολουθούν κρυφά για να μάθουν το μυστικό του, αλλά και πάλι τίποτα δεν έβγαινε.
«Όμορφες...» ;;
«..πεντάμορφες, και όλες με αγαπούν...»! έλεγε.
Τους είχε τρελάνει τους ανθρώπους.
« ..να παντρευτείς νεράιδα...», τον προέτρεπαν.
Και ό ίδιος το έβλεπε ότι κάτι τέτοιο θα γινόταν στο τέλος. Και σχεδόν είχε αποδεχθεί τη μοίρα του. Το
έλεγε και στους κοντινούς γύρω του. Αυτοί, αντί να το κρατήσουν για τον εαυτό τους, το διαλαλούσαν και η κουβέντα δεν σταματούσε, έπαιρνε μάκρος.
Οι γυναίκες και αυτές άρχισαν να ανησυχούν. Ξέρεις τι είναι να μπει μια νεράιδα μέσα στη γειτονιά τους; Πως θα το αντιμετώπιζαν. Έτρεξαν, βρήκαν μια καλή κοπέλα και την πήγαν να την παντρευτεί. Εκείνος αρνήθηκε, γιατί έβλεπε όπως έλεγε,να πλησιάζει το ριζικό του. Να πλησιάζει η νεράιδα του.
Μια μέρα, ένα μεσημέρι ήρθαν πολλές νεράιδες και έστησαν χορό ατέλειωτο δίπλα του. Δεν χόρταινε το μάτι του. Το τραγούδι ήταν θεϊκό, ήταν σαν νανούρισμα, ονειρεμένο. Ένα νανούρισμα που του μούδιαζε τα γόνατα. Κάθισε κάτω στο χώμα και είχε τρελαθεί με αυτά που συνέβαιναν γύρω του. Χόρεψαν όλες τρελά, χόρεψαν εμφαντικά, χόρεψαν μακρόσυρτα απαλά και στο τέλος άρχισε μια – μια να φεύγει περνώντας από δίπλα του και ακουμπώντας με το μαντήλι τους τη πλάτη του. Ανατρίχιαζε !!!
Όταν η τελευταία τον ακούμπησε , έκανε μια απότομη κίνησε και της πήρε το μαντήλι....
«...δώσε μου το μαντήλι μου...» τον παρακαλούσε.
«.. θα γίνεις γυναίκα μου...»!!!
«... δεν μπορώ να φύγω δίχως το μαντήλι, αν το χάσω, ...με κρατάς στη γη..»!!!
Το ζώστηκε το μαντήλι ο νέραιδος στη μέση του και δεν το έβγαλε ποτέ.
Οι άλλες χάθηκαν στο δάσος. Αερικά....
Συνέχισε τη δουλειά του και η νεράιδα πήγε δίπλα του και άρχισε να τον βοηθάει και αυτή. Μέχρι το βράδυ. Ξεκίνησε να φύγει και η νεράιδα του ζήτησε και πάλι το μαντήλι της.
Δεν της το έδωσε. Αντίθετα την πήρε μαζί του και τη γνώρισε σε όλους. Την παντρεύτηκε.
Πεντάμορφη η νεράιδα, όλοι είχαν να λένε για την ομορφιά της. Και την καλοσύνη της.
Κάποιοι δεν το πολυπίστεψαν και άρχισαν να ψάχνουν στη γύρω περιοχή για την καταγωγή της. Δεν εύρισκαν όμως κανένα συγγενή της και στο τέλος όλοι συμβιβάστηκαν ότι ναι ήταν νεράιδα.
Τα χρόνια πέρασαν. Η νεράιδα πάντα όμορφη και πρόσχαρη έδειχνε ότι είχε εξοικειωθεί πλήρως στις συνθήκες της μικρής κοινωνίας. Απέκτησαν τέσσερες κόρες.
Η κόρη η μεγαλύτερη ήρθε η ώρα να παντρευτεί. Ο γάμος μεγάλος και η νύφη φάνταζε πανέμορφη σαν τη μάννα της τη νεράιδα. Όταν στήθηκε ο χορός τα όργανα είχαν απογειώσει την χαρά.
Χόρεψε η νύφη, χόρεψε ο γαμπρός, ο κουμπάρος, ο νέραιδος. Ήρθε η σειρά της μητέρας της νύφης, της νεράιδας.
«... θα χορέψω με το μαντήλι μου που έχεις στη μέση σου...» είπε στον άντρα της.
Ούτε που το πολυσκέφτηκε, έβγαλε το μαντήλι και το έδωσε. Άρχισε να χορεύει πανέμορφα. Δεν είχαν ξαναδεί ποτέ άλλοτε τέτοιο χορό. Κανένας. Όλοι κοίταζαν με θαυμασμό. Η νεράιδα τους είχε μαγέψει όλους.
Ο νέραιδος συνεπαρμένος και αυτός κάθισε στην άκρη στο πεζούλι, αλλά σιγά – σιγά δίχως να το καταλάβει γλίστρησε το κορμί του και κάθισε στο χώμα. Απολάμβανε το χορό της γυναίκας του όπως το έκανε και τότε, πολλά χρόνια πριν. Όταν τον έλεγαν ονειροπαρμένο. Ένοιωθε το ίδιο μούδιασμα με τότε.
Κάποια στιγμή ένοιωσε ένα άγγιγμα στον ώμο του από ένα μαντήλι. Πετάχτηκε όρθιος και άρχισε ανήσυχος να ψάχνει μέσα στον κόσμο. Φώναζε το όνομά της. Έβαλε και τους άλλους να ψάχνουν.
«.. το μαντήλι, ψάξτε για το μαντήλι...»
Όμως , και το μαντήλι είχε κάνει φτερά. Είχε ξαναβρεί τον προορισμό του στα χέρια της νεράιδας.
Ο νέραιδος έμεινε μόνος. Έψαξε παντού. Πήγαινε κοντά στα ρέματα, στις βρύσες. Τίποτα. Δεν ξαναείδε ποτέ τη νεράιδα του.
Η κόρη έκανε ένα μωρό. Τη Δήμητρα. Το μωρό όταν τη νύκτα έκλαιγε κάποιος πήγαινε και το κουνούσε, το σκέπαζε, το νανούριζε, του τραγουδούσε. Την ημέρα όταν έφευγαν για τις δουλειές εύρισκαν όταν γυρνούσαν το σπίτι τακτοποιημένο. Αυτά όλοι τα ήξεραν στην οικογένεια. Ήταν το καινούργιο μυστικό τους. Ήξεραν ότι η νεράιδα δεν έφυγε ποτέ από το σπίτι τους....Είχε αναλάβει και τα καθήκοντα της γιαγιάς.
Όσο και αν προσπάθησαν κάποιοι να το περάσουν σε νεώτερους ως θρύλο, οι απόγονοι του νέραιδου το ξέρουν ότι αποτελεί πραγματικότητα.
Πριν από χρόνια ζήτησα από την εγγονή Δήμητρα, μεγάλη τώρα πια, την νεραιδοπούλα όπως και αυτή την αποκαλούν, να μου πει περισσότερα για τον παππού της τον νέραιδο και τη γιαγιά της τη νεράιδα ...
«... νοιώθω ευτυχισμένη, μεγάλωσα μέσα σε μια μεγάλη αγκαλιά ...» μου απάντησε και γέμισε το πρόσωπο της από ένα τεράστιο χαμόγελο....
Σε ευχαριστώ πολύ που έφθασες ως εδώ.