Κράτησε λίγο περισσότερο βέβαια απ΄όσο ήθελα και περίμενα,
λόγω ανωτέρας βίας,
(ε, η ζέστη, τα λόγια του παπά.... βασικά ασθενώ μία βδομάδα)
αλλά να που επέστρεψα στον τόπο του εγκλήματος,
για να προσθέσω και τη δική μου ματιά
στην παρουσίαση του δεύτερου βιβλίου της αγαπημένης φίλης
Η πρώτη ματιά εδώ δοσμένη με πολύ χιούμορ κι αγάπη,
από την ίδια τη Μαρία.
Αλήθεια με ποια κριτήρια μπορεί να θεωρηθεί μια παρουσίαση
πετυχημένη;
Πόσοι παραβρέθηκαν;
Ποιοι ήταν αυτοί;
Πόσα βιβλία πουλήθηκαν;
Οι γνώμες και τα σχόλια που ειπώθηκαν κατόπιν;
Τα θετικά vibes στον αέρα και στις ματιές του ακροατηρίου;
Ο χώρος;
Κάποιο από αυτά τα κριτήρια;
Όλα μαζί ίσως;
Κάποιο που ίσως μου διαφεύγει;
Προσωπικά κρατώ εικόνες, συναισθήματα
αλλά και τις δονήσεις που πήρα τη βραδιά εκείνη
πολύτιμο θησαυρό μέσα μου.
Μου είναι δύσκολο να τα βάλω σε λόγια σε μια ανάρτηση.
Κρατώ και ζυγίζω τη χαρά μου που φέραμε για μια ακόμα φορά την Μαρία μας
σε επαφή με το αναγνωστικό κοινό της πόλης μας,
που μιλήσαμε με τη ψυχή μας για ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί,
που ήμουν ειλικρινής και παρουσίασα κάτι που αγάπησα πολύ,
πέρα από την εκτίμηση και τη σχέση που έχω με την Μαρία.
Για το λόγο αυτό θέλω να αφήσω την άποψή μου για το βιβλίο,
ως αναγνώστρια.
Το κουβάρι της ιστορίας ξεκινά από την γνωριμία δύο, όχι και τόσο νέων, ανθρώπων, σε έναν χώρο που θα περίμενες τελευταίο για μια τέτοια περίπτωση (μια προσκυνηματική εκδρομή) και τη δημιουργία μιας σχέσης, με σοβαρό σκοπό, όπως θα έλεγαν με νόημα παλαιότερα κλείνοντας το ματάκι. Αρκετοί ίσως να υποθέσουν ότι πρόκειται για ερωτική νουβέλα. Το βιβλίο όμως δεν είναι ερωτικό μυθιστόρημα. Περισσότερο θα έλεγα ότι είναι κοινωνικό, στην πορεία όμως εξελίσσεται σε αστυνομικό θρίλερ, με την ανάλογη αγωνία να σε κρατά σε εγρήγορση, σε σημείο να μην θες να το αφήσεις από τα χέρια σου.
Το παράδοξο είναι (και θέλω να το τονίσω αυτό) το μυθιστόρημα δεν ξεκινά με αυτές τις προδιαγραφές. Τίποτα δεν σε προϊδεάζει για το πώς θα εξελιχθεί η ιστορία. Μάλιστα στην αρχή διάβαζα και λίγο… μαγκωμένη θα πω. Μου φαινόταν λίγο αργή η εξέλιξή της ιστορίας, λίγο αδύναμο το πλέξιμο των επιμέρους ιστοριών. Έχοντας όμως σε καίρια σημεία δώσει δυνατές σκηνές, η Μαρία γραπώνει τον αναγνώστη της. Όπα! Εδώ είμαστε! αναφωνώ σε μια σκηνή στο Νοσοκομείο. Βλέπω τη σκηνή μπροστά μου σαν ταινία μάλιστα. Από κει κι ύστερα, με λύπη ομολογώ άφηνα το βιβλίο στην άκρη για να διεκπεραιώσω τα καθημερινά μου.
Νιώθω λοιπόν, σαν να ανέβηκα ένα βουνό. Στην αρχή αγκομαχούσα λίγο. Σταμάτησα να πάρω μερικές αναπνοές. Στην πορεία οι ανάσες και κυρίως το δέσιμο των ιστοριών μου έδωσαν δύναμη να συνεχίσω και κάποια στιγμή ομορφιές άρχισαν να απλώνονται μπροστά στα μάτια μου, φθάνοντας στην κορύφωση. Αισθήματα που δεν θα είχα νιώσει αν δεν είχα ξεκινήσει ποτέ τούτη την ανάβαση.
Διαβάζοντας λοιπόν τους Βίους Αγρίων κι Αδέσποτων Αγίων, βίωσα την κλιμάκωση που αριστοτεχνικά μας δίνει η Μαρία Κανελλάκη, παρέα με τους ήρωές της. Η ιστορία πλέκεται και περιπλέκεται σταδιακά, οι χαρακτήρες δένουν σιγά-σιγά, και τα συναισθήματα κλιμακώνονται, φθάνοντας λίγο πριν το τέλος στον υπέρτατο βαθμό. Έπειτα έρχεται η πολυπόθητη κάθαρση, το ησύχασμα που χρειάζεται κάθε ιστορία, για να κλείσεις έπειτα γλυκά και με χαμόγελο το βιβλίο.
Τολμώ να πω ότι η Μαρία πατάει στις αρχές της αρχαίας τραγωδίας: υπάρχει Ύβρις, Νέμεσις, Τίσις. Και στο τέλος ακολουθεί και η αναμενόμενη κάθαρση. Η ψυχή του αναγνώστη καθαίρεται, "αποτοξινώνεται" κατά κάποιον τρόπο από όλα τα φορτικά και δυσάρεστα που προηγήθηκαν και τη βάρυναν. Ο αναγνώστης ξαλαφρώνει κι ανακουφίζεται. Νιώθει κανείς όπως μετά την καταιγίδα, που ακολουθεί η ηρεμία, που μπορεί να χαμογελάσει ξανά, να κοιτάξει με αισιοδοξία πάλι μπροστά. Το τέλος δεν είναι του στυλ, και "ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα" αλλά ένα τέλος ρεαλιστικό, εντελώς συνδεδεμένο με την πραγματική ζωή.
Η Μαρία μας είχε συνηθίσει ως τώρα στις μικρές φόρμες κειμένων. Ιστορίες μικρές, περιεκτικά δοσμένες, άλλοτε με την καυστική πένα της, άλλες πάλι φορές με πολύ γέλιο, ή αντιθέτως, με πολύ πόνο και συναίσθημα, που ουδέποτε όμως έγινε μελό. Στο πρώτο μεγάλο της τόλμημα κέρδισε κατά τη γνώμη μου ένα πολύ μεγάλο στοίχημα, χωρίς να ξεφύγει εντελώς από τις μικρές ιστορίες που όλοι όσοι την διαβάζουμε στο Απάγκιο της, γνωρίζουμε. Ένα στοίχημα δύσκολο. Να κρατήσει τον αναγνώστη της μέχρι την τελευταία της λέξη.
Νομίζω πως όσοι τη διαβάσουν ίσως δεν με βρουν στο τέλος υποκειμενική....
Σας φιλώ
@ριστέα