21.Η κούκλα
Μέσα σε χαλάσματα, σκαλώνει το τραγούδι.
Σε τοίχους βρίσκει ανοίγματα, χύνεται στη νύχτα.
Δρόμους περνάει έρημους, χώνεται σε πηγάδια.
Αντιλαλεί σ' όλη τη γη, στιγμή δεν σταματάει.
Νανούρισμα που στοίχειωσε σε θρήνο χωρίς τέλος.
Ήχος που πότισε τη γη, κλάμα που δεν υπάρχει.
Πόνος ανείπωτος, βαρύς, σαν κάποιος να υποφέρει.
Κούκλα που έμεινε ορφανή, για ένα παιδί σπαράζει.
22.Παίξαμε μαζί σου λέω
Κι έτσι όπως είμαι γέρος κι έχω το δικό μου νόμο
επροχτές και αιφνιδίως βγήκα κι έπαιξα στο δρόμο
κι ήρθε ένα παιδί με μπάλα και κοντά τα παντελόνια
κι έσπαγα την κεφαλή μου που να το 'χω ξαναδεί
και φοβάμαι μήπως φύγω ή φοβάμαι μήπως φύγει
και δεν έχω βρει ακόμα που το ξέρω το παιδί
σκάει μύτη απ' τη γωνία ένας γεροκαβαλάρης
και μου λέει "μη φοβάσαι, όπου πας κι εσύ θα 'ρθει
πάμε τώρα όλοι μια βόλτα στα πολύ παλιά σου χρόνια
και να δεις που θα βρεθείτε αγκαλιά με το παιδί"
έχω τώρα πόσην ώρα που στα χρόνια ταξιδεύω
κι όπως λένε όσοι ξέρουν, ένα φως με τριγυρνά
το παιδί που πήγε όμως, εδώ γύρω δεν το βλέπω
μάλλον θα 'μαι Εγώ εκείνο που στ' αστέρια κολυμπά..
23. Ξουτ κακό σκοτάδι
Σ' αυτό το πυκνό σκοτάδι που σε τυλίγει
εσύ χαμογέλασε σαν μικρό παιδί.
Βγάλε έξω τη γλώσσα σου και τις μαγικές σου λέξεις πες
''Ξουτ κακό σκοτάδι!
Φύγε μακριά!''
Κι εκεί που η νύχτα γλυκά με τη χαραυγή θα σμίγει,
εκεί θα είναι η δική σου μαγική στιγμή.
Λίγο πριν ο ήλιος ανατείλει,
εσύ θα έχεις ξαναγεννηθεί.
24.Να βρεις στον ήλιο μοίρα...
Μικρό παιδί,
ποιο πεπρωμένο
άφησε
μετέωρο το χεράκι σου
χωρίς κανείς να το βαστάει ;
Μικρό παιδί του πολέμου,
τι βάσανα
σου φόρτωσαν στην πλάτη,
πως σε κατάντησαν, και είναι
το πρόσωπό σου φοβισμένο,
η φωνούλα σου με γρέζια
από τις λειψές ανάσες,
και το βλέμμα σου πεταγμένο λάσο ;
Μικρό παιδί αζήτητο,
ποιος μερίμνησε,
να είναι τα όνειρά σου ακρωτηριασμένα,
και το μέλλον σου σκισμένη σελίδα ;
Μικρό παιδί ταλαιπωρημένο,
ποιος σ΄έβαλε να μάθεις το μέτρημα
απ΄τις απώλειες,
ποιος σου έμαθε τα χρώματα,
ξεκινώντας από το σταχτί και το μαύρο .
Μικρό παιδί της φρίκης,
ποιος έκανε
τον κόσμο σου πυρακτωμένο μολύβι,
το είναι σου μπαρούτι
και την ψυχούλα σου
σπασμένο γυαλί ;
(Κι ας φωνάζει η ζωή
προσέξτε τα γυαλιά
πάνω τους θα πέσουμε.)
Ασυνόδευτο παιδί
εμείς ,
παιδιά από την ίδια γειτονιά,
σου δίνουμε το χέρι,
να ξεφορτώσεις τα βάσανά σου
και με μια πνοή
να σηκώσεις ψηλά,
σαν τον αητό,
την μοίρα σου,
να την ξεπλύνει η βροχή
και να την δει ο ήλιος,
Να βρεις στον ήλιο μοίρα .
25.Φύλαγμα
Κείτομαι
κυρτωμένος δείκτης,
με την άκρη του
αβυσσαλέο κεντρί
- αιώνιος φρουρός,
φυλάττει το παιδί που έχω μες στα σωθικά μου
απ' των ετών το δηλητήριο που στάζει.
26.Το παιδί μέσα σου
Έκλεψαν τις μπογιές σου
και πια δεν δίνεις χρώμα στη ζωή.
Γιατί τους άφησες;
Πέρασαν τα χρόνια
η παλέτα στέγνωσε
τα σύνεργα κλείδωσες σε σκοτάδι.
Τραγούδια φτιάχνεις στο μυαλό
που δεν θα ακουστούν ποτέ.
Από ντροπή. Και φόβο.
Ειρωνεία!
Στα πρώτα σου βήματα
τα νικούσες χωρίς δύναμη
μα σήμερα αρνείσαι να παλέψεις.
Πίσω από τις χαραμάδες κρυφοκοιτάζεις
να βρεις το παιδί που δεν φαίνεται.
Που σου ‘κρυψαν. Που έκρυψες!
Πέρασαν τα χρόνια
αφήνοντας χρέος σε μια άγουρη ψυχή
που αποζητά το λυτρωμό.
Σε πηγάδι ευχών
άφησες ελπίδες αναγέννησης
να σφαλίσουν τα μάτια για να δεις.
Κάθε όμορφο
με κλειστά μάτια θα φανεί.
Σε λογισμούς ονείρων.
Η αγάπη είναι το κλειδί
που ξεκλειδώνει ουρανούς
μη το ξεχνάς.
Δωσ’ του ανάσες στο στόμα
στιγμές ζωής.
Ακόμα λαχταράει να ζήσει μέσα σου.
27.Το στερνό αντίο της κυρά Στέλλας
Το πρόσωπο που στοίχειωσε τα παιδικά μου χρόνια,
ήταν η κυρά Στέλλα.
Μάλλον δεν είναι σύμπτωση
που η ίδια στα επτά της υπέστη νεκρανάσταση,
βήματα πριν τον τάφο…
Της μητέρας μου επίγειος οχτρός.
Σ΄ αυτήν εφόρτωσαν τα σφάλματα των φυσικών γονιών μου,
που τους οδήγησαν στο χωρισμό.
Άγνωστο σε μένα το γιατί!
Μετά από χρόνια ξαναβρεθήκαμε στ΄ αλαργινά τα ξένα.
Μια γλυκιά συνήθεια τη διέκρινε,
πάντα να κερνά σοκολατάκια, το όνειρο καθενός παιδιού…
Αργότερα απέκτησαν προσωνύμιο,
« φουντάνια της αγάπης ».
Έτεκε αγόρι μονάκριβο,
όπου στης ζωής το γλυκοχάραμα της απαίτησε θυσία,
το ίδιο το αίμα της, για να σωθεί εκείνο.
Χωρατό το αστείο της, λαϊκό το φέρσιμό της.
Στη πατρική της γειτονιά αγαπημένη·
πολλούς τους γνώριζε από κοντά,
μιας κι ήταν νοσοκόμα.
Όταν εξέλειψε ο σύντροφος της πια,
η ζωή την κηδεμόνεψε με τους αμείλικτους δικούς της νόμους
και της επέβαλε τον εγκλεισμό
στους τέσσερις, με νοσταλγία στολισμένους, τοίχους.
Πόσο καρτερούσε το μοναχογιό να ΄ρθει απ΄ τα ξένα,
να της ζεστάνει την καρδιά με μια αγκαλιά,
με μια γλυκιά κουβέντα!
Δεν άντεξε πια τη μοναξιά,
την απουσία /αδιαφορία του γιου της
και έστρεψε το χέρι της στο κώνειο,
που της κατέκαψε τα στήθη.
Την επανέφεραν για λίγο στη ζωή,
για ένα στερνό αντίο…
Κηδεύτηκε άδοξα με πέντε νοματαίους.
28.Αν γλιτώσει…
Του σύμπαντος διαστολή
κάθε νεογέννητο παιδί,
συνωμοσία αστρική,
χρόνου θυρίδα.
Ένας θεός είναι παιδί…
και μόνο αυτός κινεί τη γη!
Έχει στο τόξο του κρυφτεί
του νου μου η ασπίδα...
Τώρα κοιμίζω στη σιωπή
ό,τι θυμίζει το παιδί
που πάντα αργεί να κοιμηθεί
στην καταιγίδα…
Κι απ’το τρανζίστορ ν’αντηχεί
του Παύλου η γάργαρη φωνή:
«γιατί αν γλιτώσει το παιδί,
υπάρχει ελπίδα»!
29.Στο φόντο πάντα ένα παιδί
Ένα τελευταίο σπρώξιμο, ένα κλάμα παιδικό και μια ζωή αρχίζει.
Το πρώτο χαμόγελο, η πρώτη λέξη, τα πρώτα βήματα και η ζωή συνεχίζει.
Μαθαίνεις, φοβάσαι, ερωτεύεσαι, αμφισβητείς, ονειρεύεσαι και η ζωή ξεχειλίζει.
Η αγκαλιά μιας μάνας, το πρώτο φιλί της αγάπης και η ζωή σε αυτές τις στιγμές μαγνητίζει.
Πόλεμοι, βιασμοί, δολοφονίες, κλοπές και η ζωή λυγίζει.
Σιωπή, συνενοχή, αδιαφορία και η ζωή φοβίζει.
Στο φόντο πάντα ένα παιδί, ένα παιδί που να ζει όπως του αξίζει, ελπίζει.
Και όταν αυτό δεν γίνεται, η ζωή μαυρίζει.
Ένας κόσμος δίχως ανθρωπιά και αισθήματα πλασματικά και η ζωή έχει απηυδήσει.
Γιατί ο άνθρωπος ξεχνά πως από μάτια παιδικά τον κόσμο πρώτη φορά είχε αντικρίσει.
Καθώς τα χρόνια του περνούν, την φλόγα, την μαγεία του, την έχει σβήσει.
Και λίγο πριν ο Θάνατος την πόρτα του χτυπήσει,
δυο δάκρυα φόρος τιμής για την ζωή που ήθελε, μα δεν έχει ζήσει.
Και για εκείνο το παιδί που ζούσε μέσα του και είχε παραμελήσει.
Ένα χαμόγελο αυθεντικό, την θλίψη να ξορκίσει.
Ένα τελευταίο σπρώξιμο, ένα κλάμα παιδικό και ένα ταξίδι αρχίζει.
30.Ηλιαχτίδα
Πως να μετρήσω την αγάπη, για ένα παιδί
δικό μου ή του κόσμου
πως να εκφράσω συναισθήματα,
ν’ αφηγηθώ, με λέξεις ή με λόγια,
μέσα μου, πως να υπολογίσω
όλα εκείνα που μου δίνει
φοβάμαι μήπως τ’ αδικήσω.
Μια παρτιτούρα μέθης με τυλίγει
κι η μελωδία ξεκινά
σαν ηλιαχτίδα παιδική
ανάμεσα σ’ αισθήματα τρυφερά!
Ένα παιδί είναι Ζωή
σύλληψη, συναίσθημα, βλέμμα
είναι χαρά, δάκρυ και συγκίνηση ως τ’ αστέρια!
Είναι ένα θαύμα
φιλί, αγκαλιά, χάδι, θηλασμός
είναι στοργή, έγνοια και μαγικός δεσμός!
Ένα παιδί είναι αγάπη
μορφή, έμπνευση, μουσική,
είναι γλυκό νανούρισμα κι αξία ψυχής!
Είναι πυρήνας
με ρίζα, ευαισθησία, φως,
είναι ένας θόρυβος τρυφερός!
Ένα παιδί είναι λατρεία
πλούτος, ομορφιά, αφοσίωση σεβαστή
είναι η αποδοχή μιας νεογέννητης πηγής!
Είναι εξέλιξη
με φλόγα, μέλλον, στόχους, δράση,
είναι το αύριο, με βήματα καρδιάς και από εμάς.
Ένα παιδί χρειάζεται
αγάπη, στοργή, ενθάρρυνση,
αφοσίωση, υποστήριξη, στήριξη, συμπαράσταση
διαφώτιση, εκπαίδευση, συμφιλίωση και κατεύθυνση!
Ένα παιδί είναι Ζωή
πώς να ξεχωρίσω την ανατολή ή τη δύση
στα μάτια ενός παιδιού, δικό μου ή του κόσμου
αφού όλα βρίσκονται εκεί, ανάμεσα στην αγάπη!
Σε ευχαριστώ πολύ που έφθασες ως εδώ.
Διάβασε ξανά και ξανά αν χρειαστεί, πριν ψηφίσεις.
Διάβασε ξανά και ξανά αν χρειαστεί, πριν ψηφίσεις.