Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

20ο Συμπόσιο Ποίησης - Οι συμμετοχές, Μέρος 1ο


Αγαπημένοι φίλοι και φίλες.
Επιτέλους! Το 20ο Συμπόσιο Ποίησης είναι εδώ!
Ξέρω ότι σας έλειψε, γιατί το δείξατε...και με το παραπάνω!
Από εσάς αυτή τη φορά θέλω να μην λιγοψυχήσετε.
Να βαστάξτε γερά και να το δείτε καθαρά σαν γιορτή της Ποίησης.
Όχι διαγωνισμό.

Διαβάστε με την ψυχή σας, για την ψυχή σας και έπειτα  
κάντε την πέτρα κι αφήστε την αξιολόγησή σας.
Σίγουρα θα υπάρξουν αδικίες και το αποτέλεσμα 
δεν θα είναι και τόσο αντικειμενικό.
Περισσότερο από κάθε άλλη φορά!

Κι όλη αυτή η εισαγωγή έγινε γιατί 
38 
(εξαιρετικές) συμμετοχές, όσο να το κάνεις, δεν το λες κι εύκολη δουλειά!
Ξελαζιστείτε τώρα για να προχωρήσουμε! ☺

Δεν μετανιώνω στιγμή για την παραπάνω δουλειά που είχα,
καθώς για μια ακόμα φορά επέτρεψα τις διπλές συμμετοχές.
Όλα τα ποιήματα είναι αξιόλογα και χαίρομαι που υπάρχουν
και στολίζουν το 20ο μας Συμπόσιο!
 30 
φίλοι με οδηγό τη λέξη
Ψυχή
πραγματικά μεγαλούργησαν!

Φυσικά είχατε, όπως πάντα, την ελευθερία να τη χρησιμοποιήσετε ελεύθερα
σε έμμετρο λόγο, ελεύθερο στίχο, ολιγόλεκτα ή χαϊκού,
και πιστέψτε με, απ' όλα έχει κι αυτό το Συμπόσιο!
Ξεχειλίζει από συγκίνηση, έρωτα, κι ευαισθησία! Κι όχι μόνο!

Ξεπεράσετε τις προσδοκίες μου, οπότε, 
όπως κάθε φορά, θεωρώ πως αυτό το Συμπόσιο 
πήγε ένα σκαλάκι πιο πάνω! 



Σας θερμοπαρακαλώ: 

Μην τρομάξετε 
με τις πολλές συμμετοχές μας
➤ Ή με τον όγκο κάποιων από αυτές!
➤Μην λιποψυχήσετε ! Φθάστε ως το τέλος!
➤Νιώστε τον πόνο του ποιητή
καθώς αγωνιζόταν να ταιριάξει τις λέξεις του...
➤Ψηφίστε όπως πάντα με τα δικά σας κριτήρια. Δεν πειράζει.
Δεν είναι κάποιος πανελλήνιος διαγωνισμός.
Ένα δρώμενο είναι για να περνάμε όμορφα.
Να διαβάζουμε δυνατές στιγμές φίλων και συνμπλόγκερς!
➤Πάρτε ανάσες. Θα σας χρειαστούν!
Ξαναγυρίστε.
Απολαύστε.
Συγκινηθείτε.
Στο τέλος, τυπικά και μόνο, δώστε τις ψήφους σας. 

Γνωρίζω τις δυσκολίες και σας νιώθω
Η αξιολόγηση γίνεται για τη χαρά της διαδικασίας και σύμφωνα με την
υποκειμενική άποψη των φίλων που βαθμολογούν.


Ευχαριστώ ΘΕΡΜΟΤΑΤΑ τους φίλους 

που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, αλλά και όλους
όσοι θα διαβάσετε και θα μπείτε στη διαδικασία να ψηφίσετε.
Το Συμπόσιο είστε εσείς! Είναι δικό σας!

Τα 38 ποιήματα τα μοίρασα, σε 3 αναρτήσεις. 
Η μετάβαση σε κάθε μία διευκολύνεται με συνδέσμους! 
Μια φωτογραφία, όπως πάντα, συνοδεύει κάθε ποίημα.

Και σε αυτό το Συμπόσιο εφάρμοσα κλήρωση 
για τη σειρά "εμφάνισης" των συμμετοχών. 
Η κλήρωση έγινε μετά το πέρας της προθεσμίας, με τη βοήθεια του
RANDOM.ORG (List Randomizer)
και τα αποτελέσματα μου έδωσαν την παρακάτω σειρά:



Οι όροι της βαθμολόγησης:

Αν είσαι φίλος του μπλογκ μπορείς να ψηφίσεις.
Άγνωστοι και πρωτοεμφανιζόμενοι δεν θα γίνουν δεκτοί!

ΠΡΟΣΟΧΗ
Κι αυτή τη φορά, κρατάμε την ίδια βαθμολόγηση:
Έχετε λοιπόν τους βαθμούς 3,2,1,1,1 στα χέρια σας.
Χρησιμοποιήστε τους με σύνεση.

Υποχρεωτικά και τις 5 βαθμολογίες.

Το 3 στο ποίημα που σας γοήτευσε περισσότερο 
το 2 στο επόμενο ποίημα που σας άρεσε και τους τρεις άσους 
στις επόμενες αγαπημένες σας επιλογές.

Από αυτή τη στιγμή, έως και την 
Πέμπτη, 31 Μαΐου, στις 8 το βράδυ, 
διαβάζουμε, σχολιάζουμε, βαθμολογούμε.

Παρασκευή 01/06
θα έχουμε τη γιορτή λήξης 
και την ανακοίνωση του μεγάλου νικητή.

Από αυτό το συμπόσιο και πέρα δεν θα υπάρχει η κλήρωση.
Κράτησα έπειτα από πολλή σκέψη μόνο τη βράβευση του πρώτου νικητή.
Ελπίζω στην κατανόησή σας.


Αφήνετε το σχόλιο σας με τη βαθμολογία σας σε αυτή την ανάρτηση.
Όλοι όσοι συμμετέχουν βαθμολογούν,
χωρίς όμως να μπορούν να ψηφίσουν τη δική τους συμμετοχή.

Οι δημιουργοί χαίρονται με κάθε μικρό ή μεγάλο σχόλιο,

ακόμα κι αν δεν πάρουν βαθμολογία. Ο βαθμός δεν είναι ο στόχος.

Ελπίζω να μην έχασα καμία συμμετοχή, αλλά και να μην μετέφερα κάτι λάθος.

Αν δείτε εγκαίρως κάποιο λάθος, δυστυχώς δεν θα μπορέσω αυτή τη φορά 
να το διορθώσω εγκαίρως


Σας θυμίζω:
Το Συμπόσιο δεν είναι επίσημος διαγωνισμός.
Είναι ένα διαδικτυακό μας δρώμενο.

Δημιουργήθηκε για τα blogs (ή τους άστεγους φίλους) με τα οποία/ους
έρχομαι σε αλληλεπίδραση. 
Οι περισσότεροι μεταξύ μας πια γνωριζόμαστε
(αρκετοί γνωριστήκαμε μέσα από το Παιχνίδι των λέξεων
του TEXNIS STORIES, πάνω στο οποίο κι αρχικά πάτησα).
Καθώς πλέον σας γνωρίζω όλους,
μπορώ να διασφαλίζω και τη διαφάνεια.

Συμμετέχουν πάντα, είτε στη δημιουργία, είτε στη βαθμολόγηση, 
μόνο φίλοι αναγνώστες.
Σας ευχαριστώ πολύ εκ των προτέρων.

Καλή σας ανάγνωση!
@ριστέα

1.Έρωτας

Τα χνάρια σου ακολούθησα ένα βράδυ
εκεί που συναντιούνται οι ψυχές
εκεί που γίνονται ένα οι δρόμοι
κι αλλάζουν όψη οι γειτονιές.

Στη ζεστασιά της αγκαλιάς σου βρήκα λιμάνι
στο βλέμμα σου βρήκα ζωή
και στης ψυχής σου το ακρογιάλι
ζωγράφισα μια χαραυγή

Στου κόσμου το μακρύ σεργιάνι
Ψυχή μου, το χέρι σου κρατώ
και κάθε δάκρυ στο μαξιλάρι
έγινε πλέον φυλαχτό

Κρατάς δοξάρι κι εγώ βιολί
είσαι η ανάσα κι εγώ η πνοή
είσαι η στράτα κι εγώ το βήμα
ο ήλιος είσαι κι εγώ η αχτίδα… 




2.Σ' αγαπώ

Ψυχή μου
δε βαστώ μακριά σου,
ψυχή μου
όχι χωρίς τα φιλιά σου.

Ψυχή μου
έλα μια νύχτα ξανά,
ψυχή μου
να ανεβούμε ψηλά.

Χαρά μου
μες του μυαλού την ηχώ,
χαρά μου
δεν έπαψα ποτέ να σ' αγαπώ.




3.Το γεννηταρούδι 

Ο γυρίνος έκανε ταμπούρλο
το καβούκι μιας χελώνας,
η φάλαινα έδινε ρυθμό
χτυπώντας την ουρά της, 
οι λιττορίνες ξεβίδωσαν τα καβούκια τους, 
τα έκαναν μεγάφωνα
και ανακοίνωσαν το σημαντικό γεγονός:
«Γεννήθηκε!»

Η ματιά σου έπεφτε στο μωρουδιακό κορμί, 
άντυτο ακόμα·
όπως γυμνό σε άφηνε η άδολη ματιά του.

Το ονόμασαν Φιλία·
έμελλε να είναι το μελιχρό φιλί στους ανθρώπους. 

Γελούσε 
για να σκοτώσει φόβους,
αφουγκραζόταν 
όταν ο θόλος της λύπης βάραινε ολοένα και περισσότερο,
γινόταν άνεμος
για να σφουγγίσει το δάκρυ. 
Γινόταν ήλιος
για να λάμψει πιότερο το πρόσωπο στη χαρά, 
ο πιο γλυκός ήχος
για να δώσει θάρρος για το βήμα προς τα εμπρός, 
ένα χνάρι
ανεξίτηλο μες στη ψυχή




4.Πού είσαι μαμά;

Που είσαι μαμά, σε ψάχνω τόσες ώρες
Άρχισα να κρυώνω, πεινάω
και αισθάνομαι άσχημα
Και όλοι αυτοί οι ήχοι γύρω μου τι είναι;
Και αυτή η μυρωδιά,
θαρρείς και βρίσκομαι ανάμεσα σε σκουπίδια,
Νιώθω περίεργα, χάνομαι,
Μα δε με ακούει κανεις που κλαίω;

Ανοίγω ξανά τα μάτια μου
και είναι λες και πετάω
Όλα θολά και συγκεχυμένα
Ένα κορίτσι με όμορφα μαλλιά
και θλιμμένα μάτια 
Και μετά ένα τρομερό τίποτα
Φώτα, πολλά φώτα και ξαφνικά σκοτάδι

Φοβάμαι εδώ πέρα και δεν θέλω να πεθάνω
Η ψυχή μου πεταρίζει μαμά
Τι έκανα, μου λες, για να το αξίζω αυτο;
Μόλις τώρα ήρθα στην ζωή
Δεν θα ξανακλάψω μαμά, αλήθεια
Και πες στην γιαγιά και στον παππού
ότι θα είμαι καλό παιδί
Και στον μπαμπά το ίδιο, κι ας μην με θέλει

Στο ορκίζομαι, ένα να με πάρεις,
και θα είμαι καλό παιδί μαμά... 




5.Βασίλισσα

Στάσου όρθια
Όρθια!
Ξανά και ξανά
σε ρίχνει διαγώνια
Αξιωματικός
η Μοίρα σου Αιώνια.
Χτυπάς τα πόδια
όπως ο Ίππος
για λίγο.
Πύργος
φράζει την αναπνοή
σκλάβα κλείνομαι η Ψυχή
στα ενδότερα.
Ένα βήμα μπρος, ένα πίσω
ένα αριστερά, ένα δεξιά
κλειστός η ζωή σου χορός.
Τετράγωνο στις γωνίες
το κεφάλι χτυπάς.
Βαλς
Χορεύεις μόνη
Στον Έρωτα έχεις ταχθεί Πιόνι. 




6.Ζωή μισή

Η ανάσα της έγινε βαριά.
Το βήμα της άρχισε να τρεμοπαίζει.
Τα μάτια της θόλωσαν.

Ήταν μόνη.
Ένιωθε αβοήθητη.
Αισθανόταν κουρασμένη.

Χρειαζόταν χρόνος.
Να ανακτήσει τις δυνάμεις της.
Χρόνος που δεν είχε.

Θέλησε να φωνάξει.
Προσπάθησε να κρατηθεί.
Ήξερε πως τίποτα πια δεν θα ήταν το ίδιο.

Οι πράξεις.
Τα λόγια.
Οι σκέψεις.

Γίνονταν τώρα κόμπος στο λαιμό.
Γροθιά στο στομάχι.
Αβάσταχτος πόνος.

Όλα έγιναν στάχτη.
Εκείνη άδειασε.
Εκείνος έφυγε.

Πέρασαν ώρες.
Φαίνονταν μήνες.
Χρόνια που δεν πέρασαν μαζί.

Έκλεισε τα μάτια.
Η ψυχή της λύγισε.
Τα  δάκρυα έγιναν βροχή.

….

Μέσα μου.
Μαζί μου.
Δικός μου.

Και τώρα με άφησε.
Χωρίς να με πάρει μαζί.
Λες και ποτέ δεν μ’ ένιωσε.

Ψυχή μου.
Μικρό μου.
Παιδί.

Έφυγες.
Πριν σε γνωρίσω.
Πριν σε αγγίξω.
Και η ψυχή μου, δεν έχει τώρα πια ψυχή. 




7.Το άγγιγμά σου 

Νάμαστε πάλι από βραδύς σε άναρχο ταξίδι...
ψυχή μου κι αν ερίγησες μαζί μου κατεβαίνεις
βάστα γαλήνια προσμονή και όνειρο μεγάλο.
Καθώς το φως απλώνεται αντίκρυ στο σκοτάδι
χρώματα κόκκινα μαβιά με δάκρυα πλασμένα  
σε πέπλα άμορφα βαριά αέρινα σε παίρνουν.
Αισθήσεις πρόσχαρες πολλές στα χρόνια πιεσμένες
αντάρα κάνουν βουερή διέξοδο γυρεύουν.
Κοιτάζουν πίσω, ξανά μπροστά
αναμετρούν τα πρέπει
στα “θέλω” μένουν δεκτικά
η ελπίδα να τα τρέφει.
Και να ο φόβος...σέρνοντας χαλκάδες με σκοτάδι
ρίγος σκορπά θανάσιμο αγχώνει την ανάσα
γυρεύοντας το γλυτωμό κοντά σου με λατρεία.
Ποια ηδονή θερμή στα μάτια σου ;
Ποια ελπίδα στην καρδιά σου ;
Ποιος τάχα φάρος λαμπερός την όψη σου φεγγίζει.
Πόθος καλοφόρετος ...εκεί είναι σε προσμένει !
Σκοτάδι κάποτε βουβό, βαρύ μέσα στο δώμα
γίνηκε τώρα φωτεινό, δες το γεμάτο χρώμα. 
Μέτρο, φραγμοί κι αναστολές σαρώνονται σιμά σου
Όλα τα πρέπει λες μαζί, τα χιλιοφορεμένα
αέρας έγιναν, σκορπούν στου πόθου τη λαγνεία. 

Δες την πως στέκει απόλυτη, πλανεύτρα, αλλοπαρμένη,
όλα γυρίζουν μες στο φως, στη δίνη των χρωμάτων,
τα βήματά σου βιαστικά στα υγρά της μονοπάτια.
Κανείς δε στέκει δισταγμός, κανείς δεν μένει πόνος.
Αρχόντισσα ζάλη ερωτική,  ανίκητη νεράιδα
σε φτάνει στην κορύφωση, στο ύστερο ταξίδι.
Αφήνεσαι, υπνωτίζεσαι σαν όλα τα όνειρά σου
ζωή πάνω απ’ τα όρια, αισθήσεις δίχως τέλος
μες των φιλιών την αγκαλιά, και στων ματιών τη χάρη. 

Ανάσες της καρδιάς ακούς, θεριεύουν, ψιθυρίζουν
κάθε σου λέξη ανείπωτη, κάθε αγκαλιά στη φλόγα.
Θέλεις εκεί κάτι να πεις, κάτι να την ρωτήσεις.
Να απλώσεις πια το χέρι σου στα μεταξένια χείλη,
κοιτάζοντας αχόρταγα τα άφυλά της μάτια. 

-Ποια είσαι ; πες μου ! καρτερώ το μυστικό όνομά σου !
-“Φαντασίωση” να με λες! Για πάντα θα σε καρτερώ, στο κάθε άγγιγμά σου. 




8.Τα χαϊκού της ψυχής 

Η ψυχή του Μαΐου,
ανακυκλώνει,
αισθήματα και σκέψεις.

Η ψυχή της Άνοιξης,
γεννιέται πάνω,
σε βράχους ερημικούς

Η ψυχή της ζωής μας,
ξαπλώνει μέσα,
σε δυο χέρια παιδικά.

Μετρώντας τις συλλαβές,
φτιάχνω χαϊκού,
του μυαλού κατάθεση.



Εδώ τελείωσαν οι πρώτες 
συμμετοχές.
Για τις συμμετοχές 9-23 πάτησε ►εδώ
Για τις συμμετοχές 24-38 πάτησε ►εδώ

20ο Συμπόσιο Ποίησης - Οι συμμετοχές, Μέρος 2ο


9.Θέλει ψυχή

Μόνος γυρνάς σε έναν κόσμο
γεμάτο από ανθρώπους
με έλλειψη ανθρωπιάς.

Θέλει ψυχή να αντέξεις
την δειλία της αγένειας.

Θέλει ψυχή να αντιμετωπίσεις
την απουσία ευθυνών.

Θέλει ψυχή να αποκρούσεις
τον ρατσισμό.

Μόνος γυρνάς και 
μόνος παλεύεις την κενότητα
του σύγχρονου κόσμου.

Στον βωμό των likes
και της παραπληροφόρησης.
Στον βωμό των επιφανειακών
αναζητήσεων.

Θέλει ψυχή να έχεις ψυχή.




10.Ένας άμαθος ξωτικός

Σε είδα ένα πρωί και ξαφνιάστηκα.
Έμοιαζες σαν… ξωτικός!
Και είπα να σου χαρίσω την ψυχή μου.
Την έβγαλα από το χρυσό κλουβί της
και την ακούμπησα εμπρός σου.
«Παρ’ την» σου είπα.
Μα εσύ με κοίταξες παράξενα… ξωτικά.
Και μου την έδωσες πίσω.
Ξέρω. Είσαι άμαθος ακόμα.
Ένας αρχάριος που ήρθε από μακριά.
Παίρνω κι εγώ πίσω την ψυχή μου.
Την κλειδώνω στο χρυσό κλουβί της.
Ξέρω θα μείνει καιρό εκεί.
Αλλά και να την σπαταλά ο καθένας δεν το μπορώ.



11. Στους ξεχασμένους δρόμους

Στις γειτονιές του κόσμου βρίσκεσαι μονάχη
ακροπατώντας στις λιμνούλες που σχηματίζει το νερό
βροχή σταλάζει κάθε σου βλέμμα
καθώς πονάς για της ψυχής σου το κενό

Ουρλιάζει δίπλα σου η φωνή της πόλης
σκίζει το πέπλο της σιωπής
μα εσύ ακούς μόνο τον ήχο
της ερημωμένης σου ζωής.

Στους ξεχασμένους δρόμους βγήκες σεργιάνι
για ν’ ανταμώσεις τη λησμονιά
τον πόνο όμως φοράς σα ρούχο
που κάνει τα βήματα βαριά…

Κι αν ένα ρόδο βρεθεί στο διάβα σου
αντί τ’ αγκάθια του να φοβηθείς
σκύψε και νιώσε την ευωδιά του
είναι το χέρι, για να πιαστείς…



12 .Πριν τη συνάντηση 

Σε περίμενα, είχα βάψει μαύρα τα νύχια στα πόδια.
Τα χέρια μου ολοκόκκινα, σημάδια άφηναν.
Αποτυπώματα της παλάμης στον άσπρο τοίχο,
σαν τις παιδικές ζωγραφιές
στα χρόνια της αθωότητας.
Από το παλιό πολυέλαιο της γιαγιάς 
κρέμονταν οι ψυχές των προγόνων.
Αρχοντικός πολυέλαιος, 
κειμήλιο μιας ζωής που ξυπόλητη έτρεχε στα χαλίκια.
Τότε που δίναμε μια σπρωξιά στον αέρα 
κι επέστρεφε η χαρά στο σπίτι,
σαν το λιποτάκτη που αψήφησε νόμους και έργα

Σε περίμενα μ' ένα διπλό φιόγκο στα μαλλιά, 
με μια λέξη ειπωμένη απ' τα παλιά.
Αγαπημένη λέξη: θυσία.
Το καρβουνάκι των ματιών σου σβηστό,
στο κιγκλίδωμα των δακτύλων σου πληγώθηκε το περιστέρι,
στο καμαράκι σου κιτρίνισε ο ιβίσκος.
Ήσουν εδώ. 
Τα στάχυα ξεσπυρισμένα απ' τα χέρια σου. 
Στρωμένο το τραπέζι με τα λινά της προσμονής,
λευκά λινά, αγορασμένα ακριβά στη τοπική εμποροπανήγυρη, 
τα στεγνώναμε στον ήλιο κι αυτός θαμπωνόταν 

Σε περίμενα με την αγκαλιά ανοικτή 
προορισμένη μόνο για εσένα. 
Μεγάλη αγκαλιά,
σαν τα Σάββατα του Αυγούστου στο νησί,
τότε που επέστρεφε η σκόνη στο σπίτι, αιωρούμενη,
επιβλέποντας το πορτραίτο σου,
αντιγράφοντας το σκοτεινό σου μειδίαμα, 
εξετάζοντας τα πάθη σου,
σαν που εξετάζει ο ωρολογοποιός, την πλάνη των λεπτών. 
Είναι καλά τα Σάββατα  
σαν το αχνιστό ψωμί στα χέρια του μικρού αθίγγανου 
πριν προτείνει θαρρετά το χέρι στους αδιάφορους πιστούς 

Σε περίμενα μ' ένα τσόχινο καπέλο κάτω απ' τη μασχάλη, 
ζεσταινόμουν....όμως επέμενα. 
Στα χείλη μου ένα κλωναράκι βασιλικού,
Το άλλο μοναχό του στο ποτήρι άπλωσε ρίζες.
Καιρός να το φυτέψω στην πήλινη γλάστρα της εισόδου. 
Εκεί να σταθείς 
Να βαραίνει το άρωμα του σώματος σου,
να μερώνει η πίκρα στα ακρόνυχα του θυμού,
να μακραίνει ο στόχος  σου...
Πλέριος ο ορίζοντας να γίνεται,
ορίζοντας ανοιχτός με φοινικιές πολύκλωνες 
Ψηλά να κοιτούν. 
Οι ίσκιοι να χάνονται απ' το βλέμμα σου  
και ολόρθη η ψυχή σου να βρίσκει  
καλοτάξιδο πλεούμενο, στα ανοιχτά να πηγαίνει,
νησιά να ανεβάζει στην επιφάνεια και ύμνους ορθρινούς! 



13. Μαγεία

Δυο φτερουγίσματα, μόνα και ξένα
Σε τροχιά κάποτε σμίξαν κοινή
Σε χρόνια ηλιόλουστα ή συννεφιασμένα
Μαζί εχάραξαν πτήσης γραμμή.

Βοριάδες πάλεψαν και καταιγίδες
Μ' όνειρα χτίσανε ζεστή φωλιά.
Γέλια και δάκρυα, χίλιες παγίδες
Μα πάντα μ' έναν παλμό τα φτερά.

Γιατί είναι ανίκητη κείνη η μαγεία 
Που τιτιβίσματα εκπέμπουν γλυκά 
Σαν στην ψυχή των γονιών η λατρεία 
Δύναμη γίνεται κι όλα νικά..



14. Με τα δικά σου τα φτερά

​Πάρε βοριά τα σύννεφα​
κι έχω ψυχή που τρέμει.
σε τούτο τ απανέμι
κούρνιασε να σωθεί.
Να μην την βρει ο άνεμος
και την χτυπήσει η μπόρα,
αγέννητη η ώρα,
που πάει να χαθεί.
Με τα δικά σου τα φτερά
 τ ανέμου να συγκρίνεις
να βρεις απάγκιο να σταθείς
ψυχή μου να μην φοβηθείς
κι όπου αγαπάς να μείνεις.
.................................. 



15. Άβυσσος

Ατέρμονη, χωρίς τέλος η αρχή σου.
Άυλη.
Αθάνατη.
Όλα μέσα από σένα περνάνε.
Αγάπη, μίσος, καλοσύνη,κακία.
Άβυσσος η ψυχή σου άνθρωπε!



16. Γυναίκα  Εσύ!

Σε είπαν Γυναίκα!
Θηλυκό πονηρό,  
σαν τον αδύναμο κισσό  
στήριγμα ζητάς
η πνοή του βοριά μη σε γκρεμίσει.
Χαμογέλασες!
Ψιθύρισες...
Η Αγάπη Γυναίκα είναι!
Γυναίκα κι η Ζωή!
Η Ψυχή Γυναίκα είναι!
Γυναίκα κι η Προσφορά!

Θεμέλιος λίθος σου η Αγάπη
η τροφή της Ψυχής
όπως το μάνα εξ ουρανού,
την καλοδέχεσαι
όπως το οξυγόνο η ανάσα
Με αυτήν δυναμώνεις
σαν τον πολεμιστή,
που ήρωας γίνεται για ένα ιδανικό
Γυναίκα χωρίς ψυχή,
κενό γράμμα στη δημιουργία
Εσύ Γυναίκα,
σχεδιάζεις τη ζωή...
Μονοπάτια ανοίγεις
με χάρακα τη λογική,
με διαβήτη την καρδιά.
Εμπόδια εξαλείφεις
με γνώμονα την αγάπη.
Τα δάκρυά σου στα ουράνια ακουμπάς,
ως δώρα ικεσίας 
για όσα αδύνατα θε να γίνουν δυνατά
Η αγκαλιά σου απάνεμο λιμάνι.
Αντέχεις ...
κι η Αντοχή γυναίκα είναι,
για να προσφέρεις
κουράγιο, χαμόγελα, ελπίδα
 Όνειρα πλάθεις!
Καλύτερο κόσμο αποζητάς! 
Φυλακές γκρεμίζεις!
Αρώματα σκορπάς!
Χρώματα ζωγραφίζεις !
Η πλάση σε σένα οφείλει την  ομορφιά!
Ο πόνος των άλλων δικός σου γίνεται...
Το Αύριο, μέλημά σου
Την ίδια σου ζωή προσφέρεις
θυσία στην Αγάπη όταν προστάζει
Κι η Θυσία, Γυναίκα είναι!
Εσύ είσαι η Μάνα
Είσαι του Θεού η θυγατέρα
Γεννάς την ελπίδα Του στη Γη...

Με είπαν Γυναίκα 
και δάκρυσα!  



17. Υλιστική διαλεκτική σε τόνους λεοπάρ

Μη με λέτε Ασημίνα
τρε-μπανάλ και αντιστάρ
ζε-μα-μπελ “Μαντάμ Σιμόν”
«Ποια Σιμόν; η Μποβουάρ;»
Δεν την ξέρω τη μαντάμ
εγώ είμαι η Λεοπάρ

(ρεφρέν)
Ούσα στη μπουρζουαζία
διαθέτω ευαισθησία
πάντ’ αφήνω μπουρμπουάρ
σε πτωχούς και σε κλοσάρ (ώπα)

Είμαι ενσωματωμένη
καναπέ και λινζερί
ασορτί και το τυρμπάν
«το φακιόλι εννοείς;»
Όχι πες, δεν είμαι σταρ;
«Σαν τη Τσίτα του Ταρζάν»
Δεν την ξέρω τη μαντάμ
εγώ είμαι φου-ζαμάν

(ρεφρέν νο2)
Και στα υποδήματά μου
ο κοσμάκης στα παλιά μου
κι αν δεν έχουνε να φαν’
τους κερνάω κρουασάν (ώπα-ώπα)

«Μια σταλιά ψυχή δεν έχεις;
δίπλα ρίχνουνε ναπάλμ
σφάζουνε μικρά παιδιά»
Εγώ είμαι μια μαντάμ!
Μπυθουλαίοι και μπας-κλας
κι όλη αυτή η ντεκαντάνς
μου ταράζουνε το ζεν
κι είμαι ευαίσθητη ναι-μεν
αλλά ο μόνος μου χαβάς
να περνάω ΕΓΩ τρε-μπιέν!  



18. Ύστερα σε διάβασα

Είδα πως...
Στις άκρες των μαλλιών σου
πιάστηκε
τ' ουρανού το χρυσαφί
Και...
Στις ρυτίδες των χειλιών σου
κρεμάστηκε
το πρώτο μου φιλί.

Ύστερα...
Ένιωσα πως...
Στην αλμύρα των ματιών σου
παρηγορήθηκαν
του κόσμου τα ναυάγια
Και...
Στη ζέστα των χεριών σου
βαπτίστηκαν
τα ορφανά μου χάδια.

Σε είδα έρωτα της ζωής μου
Ύστερα...
Σε διάβασα ψυχή της ψυχής μου


19. Απουσίες

Λείπει η νύχτα
Κείνη, που φέγγουν τα μάτια της ψυχής
Λείπουν τα λόγια
Κείνα, που λένε τους όρκους της σιωπής
Λείπει το δάκρυ
Κείνο, που λέει αλήθεια μόνο
Λείπουν τα χέρια
Κείνα, που δίνουν το χάδι στο πόνο
Λείπεις εσύ
Που με το θαύμα σου, ξεχνώ το χρόνο

Σαν λείψουν τα περίσσια απ΄τη ζωή μου
Βλέπω καθάρια, τι λείπει απ΄τη ψυχή μου. 



20. Ηaikou ψυχής 

Άκου Ψυχή μου
της καρδιάς τραγούδι
να γαληνεύσεις

Τι είναι Ψυχή;
Μοιάζει αστραπή
που λαμπυρίζει

Αναρωτήσου
Έχει χρώμα η ψυχή;
Έχει και υφή;

Πυγολαμπίδα
τη νύχτα μας φωτίζει
ανακουφίζει

Να τη φροντίζεις
Κρυστάλλινο ποτήρι
που ξεδιψάει

Χαμογέλασε!
Η Ψυχή του καθενός
είναι Αγάπη 


21. Το κόκκινο λουλούδι

Κάποτε φυτέψαμε ένα λουλούδι κόκκινο που μαράθηκε
γιατί το νερό στέρεψε
Και εμείς νηστικοί, αντέξαμε με τα πόδια σκισμένα μέχρι τα γόνατα
και η ίαση αργούσε
Λέγαμε αυτά που σκεπτόμασταν. Λέγαμε δεν υπάρχει βήμα παρακάτω
Μας το υπαγόρευε ο φόβος
Και ο βούρκος δεν έδειχνε το ακριβές βάθος...

Και ρώτησα τη ψυχή, γιατί τα όνειρα κυλίστηκαν
στα λασπόνερα μιας τροπικής καταιγίδας
Γιατί οι λεωφόροι που κάποτε ανοίγονταν, έγιναν δύσβατα μονοπάτια
που κατέληγαν σε απόκρημνα βράχια
Γιατί εκείνο το βλέμμα το καθάριο που δεν είχε τίποτα να κρύψει,
γέμισε σκιές στις αποχρώσεις του μαύρου
Γιατί οι κραυγές που σου τρυπάνε τα αυτιά ποτέ δεν τελειώνουν

Το χάος και η αβεβαιότητα έδωσαν την υπόσχεση για συμβιβασμό,
με το λιγοστό φως να σιγοσβήνει 

Και το λουλούδι το κόκκινο συγκατοίκησε με τα αγριόχορτα
Και βάλθηκε να τα εξοντώσει με τεράστιο αριθμό σπόρων
Και φώναξε να αλλάξουμε δρόμο
πριν προλάβει η αφήγηση και γίνει ασύνδετα κομμάτια
Και να στήσουμε είπε μια καινούργια αφετηρία
Το βαρύ μας φορτίο να περάσουμε στην αντίπερα όχθη 
από τη μικρή πέτρινη γεφυρούλα πάνω στο αγριεμένο ποτάμι



22. Η Θυσία

Η ψυχή μου κλαίει.
Την ακούω στο ύστατε χαίρε, να ανασαίνει βαριά και προσπαθώ να θυμηθώ αν την άφησα κάποτε να ζήσει - μέσα από τον άνθρωπο εκείνο - στον οποίο με ευλάβεια την είχα προσφέρει.

Αιμορραγούσα, λες κι αυτό το τέλος, δεν θα ερχόταν ποτέ. Λες και η τσουκνίδα, δεν έπρεπε να ζήσει. Μα ο κόσμος δεν πλάστηκε για μιλημένα άνθη.

Την ακούω να σπαράζει και δεν έχω χιτώνα να τη σκεπάσω,
χέρια να την πάρω, να πάω να την κρύψω κάπου μακριά, να μην τη πάρει ο άνεμος και γίνει στάχτη.

Δεν θέλω να γίνει στάχτη
Θέλω να γίνει είσοδος για έναν παράλληλο δρόμο
Ένα δρόμο που βαδίζουμε – ακόμη – χέρι χέρι

Έναν δρόμο που με φέρνει σήμερα στον πλανήτη με τις παπαρούνες και τώρα συγχωρέστε με αλλά θέλω τόσο να αποκοιμηθώ.
Πλάι τους, μέσα τους, κοντά τους

Φύτρωσαν κάτω από τον σταυρό του Χριστού στον Γολγοθά, δέχτηκαν με ευλάβεια το αίμα του Εσταυρωμένου, επέτρεψαν στο κόκκινο άλικο χρώμα του αίματος, να ποτίσει για πάντα τα πέταλά τους και κανείς δεν τους το αναγνώρισε ως τώρα.

Είναι που μοιάζει με την θυσία μου*
καταχωρημένη στα κίτρινα φύλλα, μιας ξεπεσμένης φυλλάδας.   



23. Αντίδωρο 

Ψάχνω στη δειλινή σιγή
σταγόνες θείου ελέους..
Στο φως της αυγής 
σα δώρο τη συνάντηση.. 
Άυπνες νύχτες 
ξυπνούν την οδύνη
στα σπλάχνα μου...
Βουβά ψελλίσματα 
σε χείλη άνυδρα,ξερά
η προσευχή μου..
Αρνούμαι να παραδοθώ
αμαχητί
στα φοβερά πλοκάμια 
της θλίψης!
Σβησμένες ανάσες
στο ημίφως..
Αντίδωρo
στη μάχη της ψυχής μου
η ελπίδα!   


Εδώ τελείωσαν 15 ακόμα συμμετοχές.
Στην επόμενη ανάρτηση θα βρεις τις υπόλοιπες 15 συμμετοχές.
Πάτησε εδώ και μπες στην ανάρτηση.