Αγαπημένοι φίλοι του Παιχνιδιού μας! Αγαπημένοι φίλοι αναγνώστες.
Έφτασε η μέρα που οι συμμετοχές στο 4ο Παιχνίδι του 2ου κύκλου δίνονται σε όλους εσάς προς βαθμολόγηση, για να αναδείξετε την ιστορία της προτίμησής σας.
Θέλω να ευχαριστήσω καταρχήν την αγαπημένη μου Φλώρα που με εμπιστεύτηκε εν λευκώ, για να την ξαλαφρώσω από την κούραση που ακολουθεί μια τέτοια διοργάνωση, αλλά και για να μπορέσει κι αυτή να έχει τη χαρά της βαθμολόγησης.
Θέλω επίσης να ευχαριστήσω όλους όσοι έστειλαν συμμετοχή σε αυτό το 4ο Παιχνίδι μας, γιατί με εμπιστεύτηκαν και ξόδεψαν χρόνο και σκέψη για να γράψουν και να λάβουν μέρος σ' αυτό.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι λέξεις που έδωσε ο νικητής του προηγούμενου Παιχνιδιού δυσκόλεψαν σημαντικά τους επίδοξους γραφιάδες μας!
Οι 14 συμμετοχές αποδεικνύουν πώς λίγοι θέλησαν να τα βάλουν με τις λέξεις που επιλέγηκαν αυτή τη φορά. Όμως έχω τη χαρά και την τιμή να παρουσιάσω σε όλους εσάς δεκατέσσερις εξαιρετικές συμμετοχές. Θα μοιραστείτε μαζί μου σίγουρα την ίδια ευχαρίστηση διαβάζοντας, θα εντυπωσιαστείτε μα και θα δυσκολευτείτε πολύ να ψηφίσετε!
Οι κανόνες για τη βαθμολόγηση είναι οι εξής:
Μπορείτε να βαθμολογήσετε με 3, 2 και 1 ξεκινώντας από 3 για την καλύτερη και φθάνοντας στο 1 για την τρίτη κατά σειρά στην προτίμησή σας.
Όπως και τις προηγούμενες φορές, για αποφυγή αδικιών,
είναι πλέον υποχρεωτικό να βαθμολογήσετε τρεις ιστορίες.
Δεν μπορείτε να δώσετε σε 2 ιστορίες ίδιο βαθμό.
Δεν μπορείτε να βαθμολογήσετε ανώνυμα.
Δεν μπορείτε να βαθμολογήσετε τη δική σας ιστορία.
Εγώ δεν θα βαθμολογήσω για ευνόητους λόγους...
Τις βαθμολογίες σας θα τις στείλετε με σχόλιό σας στο τέλος των αναρτήσεων.
Χαρά δική μου αλλά και των συμμετεχόντων φαντάζομαι, θα ήταν να ακούσουμε τα σχόλιά σας, θετικά ή αρνητικά για τις ιστορίες ή για κάτι που πήγε ή δεν πήγε καλά σ' αυτό το παιχνίδι, ώστε στο επόμενο να έχει διορθωθεί.
Καλό θα είναι διαβάζοντας να κρατάτε και σημειώσεις με τους αριθμούς των κειμένων που σας εντυπωσίασαν και στο τέλος να επιστρέψετε για μια 2η ανάγνωση όσων ξεχωρίσατε, ώστε να πάρετε τη σωστή απόφαση για τη βαθμολογία που θα δώσετε.
ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΒΑΘΜΟΛΟΓΕΙΤΕ
ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20/12 /2013
Το Σάββατο 21/12/13
θα αναρτηθούν τα αποτελέσματα της βαθμολογίας σας
και θα ανακηρυχθούν οι 3 νικητές του 4ου παιχνιδιού του 2ου κύκλου.
Ως τότε εσείς να στέλνετε με σχόλιο τις βαθμολογίες σας,
Στο 4ο παιχνίδι του 2ου κύκλου
μαζεύτηκαν 14 ισυμμετοχές
ιστορίες και ποιήματα
βασισμένες στις λέξεις:
Μακροθυμία, Καλοσύνη,
Αγαθότητα,
Πραότητα,Εγκράτεια
και μοιράστηκαν σε δύο αναρτήσεις, που θα βρείτε παρακάτω.
Για τη διευκόλυνση σας, δίπλα, στα αριστερά του μπολγκ
πατώντας πάνω στις δύο εικόνες του Παιχνιδιού θα μπαίνετε απευθείας
στην πρώτη ή στη δεύτερη ανάρτηση.
Ελπίζω όλα να πήγαν καλά!
Αν δείτε ότι μου ξέφυγε κάποιο λάθος ειδοποιείστε με εγκαίρως!
Επίσης να πω ότι η ιστορία 10 (εσωτερικός μονόλογος) είχε άλλη μορφή
η οποία δεν έβγαινε κατά τη μεταφορά της.
Ελπίζω να μην τη "τσάκισα" πολύ!
Προσπάθησα σε όλους να κρατήσω τις αποστάσεις και τις παραγράφους
που είχαν
Εύχομαι το αποτέλεσμα να σας ικανοποιεί!
Καλή σας ανάγνωση!
Καλά να περάσετε!
Και καλή βαθμολόγηση!
1.Για όλα φταίει ο Ανταίος
Μόλις οι λέξεις σκάσανε, μου ‘φυγε το τσερβέλο
και τον Ανταίο με κλωτσιές να κυνηγήσω θέλω.
Σαν άνθρωπος φημίζομαι πως καλοσύνη έχω
αλλιώς σανίδα θα πιανα ξοπίσω του να τρέχω.
Με απορία σκέφτομαι τι στοίχημα έχει βάλει
να μας τρελάνει ξαφνικά του ήρθε στο κεφάλι.
Οι λέξεις δεν είναι πρόκληση είναι διαστροφή
και αν καταπιαστώ μ’ αυτές θα ναι καταστροφή.
Τέρμα και η εγκράτεια, τα νεύρα μου τσατάλια
στο διάολο να πάν μαζί βραβεία και μετάλλια.
Και αν πατώσω τελικά από βαθμολογία
απ’ όλα αξίζει πιο πολύ η ψυχική υγεία.
Για μια καρφίτσα έπαθλο αξίζει τάχα τον κόπο
συνδυασμό των λέξεων να ψάχνω εγώ και τρόπο,
που ούτε ως αρχιεπίσκοπος δεν θα τα καταφέρω,
κείμενο με όλες αυτές σε πέρας να το φέρω.
Και να που απ’ τη σύγχυση ξεσπώ στα θύματά μου
μες’ στο ψυγείο με σπρώχνουμε τώρα τα βήματά μου.
Κι ορμάω ασυγκράτητα τώρα στα αλμυρά
κι έπονται στη συνέχεια και όλα τα γλυκά.
Tην πρώτη λέξη διάβασα που είναι μακροθυμία
κι ευθύς να γράψω μου κόπηκε κάθε επιθυμία.
Παρά την αγαθότητα που με χαρακτηρίζει
πόσο ν’ αντέξει ο άνθρωπος στο τέλος σιχτιρίζει.
Ανταίε μ’ όλη την ηρεμία μου και την πραότητά μου
έξω απ’ τα ρούχα μ’ έβγαλες κι από τα λογικά μου.
Με τις μεγαλεπήβολες ιδέες και εμπνεύσεις
το διασκεδάζεις φαίνεται και θες να μας παιδεύσεις.
Λες και δεν έφτανε η φωτιά που η Φλώρα έχει ανάψει,
τη φαντασία με το στανιό που θέλει να μας εξάψει,
ήρθες και το δυσκόλεψες και το ‘κανες βουνό
και το μυαλό δεν λειτουργεί όσο κι αν το κουνώ.
Γι αυτό κι εγώ αποχωρώ η δόλια χαζοβιόλα
και σας χαρίζω από καρδιάς και τα βραβεία όλα.
Κι εύχομαι σ’ όλους εσάς που ‘στε δεξιοτέχνες
τιμές και δόξες και χαρές φίλοι μου λογοτέχνες.
2.Η Κάρτα
14
Είχα πολύ καιρό
ν΄ανοίξω το τελευταίο συρτάρι της παλιάς κομότας, αυτό που έχω ονοματίσει
«συρτάρι των αναμνήσεων» κι είναι γεμάτο
φωτογραφίες, προγράμματα θεάτρου και συναυλιών, ένα βελούδινο κουτί που
περιέχει το βαφτιστικό μου σταυρό , μία
χρυσή ταυτότητα με χαραγμένο το όνομά μου, ένα μενταγιόν , όλα δώρα της νονάς μου .
Η νονά μου, δεν μου
δώριζε ποτέ παιχνίδια, στα γενέθλιά μου προτιμούσε να περάσουμε μαζί ένα απόγευμα
πηγαίνοντάς με σε συναυλίες ή σε παραστάσεις μπαλέτου, κουβέντιαζε πολύ μαζί
μου , ζητούσε τη γνώμη μου, μου αγόραζε συνήθως βιβλία, χρώματα ζωγραφικής , υλικά χειροτεχνίας και
επέμενε να με βγάζει πολλές φωτογραφίες.
Την παραμονή των 10ων
γενεθλίων μου , αφού φάγαμε το μεσημέρι στο πολυτελές εστιατόριο ενός Ξενοδοχείου , πήγαμε να επισκεφθούμε τη Madame Oly, συμμαθήτρια και στενή φίλη της μητέρας της.
΄Ητανε μία μεγαλόσωμη
και ευτραφής κυρία, με έντονο μακιγιάζ, ντυμένη με ένα εντυπωσιακό βαθυπράσινο
γυαλιστερό καφτάνι, με χρυσά κεντήματα.
Αφού μας πρόσφερε τσάι και γλυκά, περάσαμε σε ένα μικρότερο δωμάτιο με μία
εντυπωσιακή βιβλιοθήκη, τοίχους γεμάτους πίνακες σε χρυσωμένες κορνίζες και βαριές
σκουροκόκκινες βελούδινες κουρτίνες στα παράθυρα.
Η Madame Oly κάθισε στη βαθειά πολυθρόνα της πίσω από το σκαλιστό γραφείο και
άρχισε να απλώνει μπροστά της τα χαρτιά μιάς παράξενης τράπουλας . Μιλούσε
χαμηλόφωνα και με είχε συνεπάρει η εικόνα
των περιποιημένων χεριών της, με
τα κατακόκκινα βαμμένα νύχια, που κινούνταν τελετουργικά απλώνοντας και
ανακατεύοντας τις κάρτες της τράπουλας.
Με καλέσανε να πλησιάσω , αμέσως η Madame Oly έβαλε μπροστά μου την τράπουλα και με προέτρεψε να
τραβήξω μία κάρτα, την αναποδογύρισε και είπε : Ω! Η κάρτα 14, η Εγκράτεια! έπειτα
έπιασε απαλά την παλάμη μου, χάϊδεψε το εσωτερικό της και βύθισε το βλέμμα της στο δικό μου.
΄Αρχισε να μιλάει με απαλή υποβλητική φωνή, αλλά αυτά
που έλεγε ήτανε εντελώς ακατανόητα για μένα, «Αυτή η κάρτα μικρή μου, δηλώνει μετριοπάθεια, υπομονή,
έλλειψη εγωκεντρικών κινήτρων κι αυτό το τελευταίο να θυμάσαι, μας ανεβάζει,
έστω και πρόσκαιρα , στο επίπεδο των αγγέλων.
Ω! Πόσο προικισμένη
ψυχή έχεις….. με μακροθυμία, σπάνια αρετή η
ανεκτικότητα απέναντι στα σφάλματα και τα ελαττώματα των άλλων, με αγαθότητα και καλοσύνη,
με πραότητα, τι πιό θαυμάσιο από την εσωτερική
γαλήνη, να θυμάσαι μικρή μου ότι η υπομονή και η πραότητα είναι δύναμη ,
πραγματικά πράοι, μπορούνε να είναι μόνο άνθρωποι με δυνατό χαρακτήρα.
Υστερα έσκυψε και
φίλησε απαλά το χέρι μου, το ακούμπησε στο στήθος της στο μέρος της καρδιάς και
μου είπε « Μην το ξεχάσεις ποτέ : Είσαι μεσολαβητής μεταξύ γής και ανώτερων
πεδίων, δείξε αδιαφορία στη μικρότητα και πορέψου με ευελιξία, οι ήρεμοί σου
τρόποι και η ευκολία προσαρμογής θα είναι σπουδαία εφόδια στη ζωή σου….»
Δεν κατάλαβα και
πολλά τότε, θυμάμαι όμως πως στη
συνέχεια πήγαμε στη Λυρική ,όπου με τύλιξε η μαγεία του Καρυοθραύστη !!! ΄Εχω
φυλάξει το πρόγραμμα αυτής της παράστασης,
όπως και την ανάμνηση των 10ων
γενέθλίων μου μαζί με τη θύμιση της αγαπημένης μου νονάς και τα λόγια της Madame Oly που είναι για πάντα χαραγμένα στην καρδιά μου….
3. ΑΓΩΝΑΣ ΓΟΝΙΜΟΣ
Το λιόγερμα, σαλαγούσε
τις τελευταίες ηλιαχτίδες κατά τη Δύση. Η μαύρη σκιά όρθωσε το πονεμένο κορμί
μ' ένα στεναγμό . Στηρίχθηκε στην αξίνα και καθώς έριξε μακριά το βλέμμα,
μπορούσες να διακρίνεις την καλοσύνη, που
ανάβλυζε απ' τη ματιά του, φωτίζοντας, θαρρείς τα δασιά φρύδια και την ατίθαση
γενειάδα. Σκούπισε με την φαρδομανίκα τον κάματο από το μέτωπο και, μετρώντας
με το μάτι την φτενή σοδειά, πήρε βαθιάν ανάσα. Την έβγαλε μ' ένα
:"Δόξα τη Μακροθυμία Σου Κύριε!"· και
τα στάχυα συγκατάνευσαν στο απαλό φύσημα του αέρα.
Ξέλυσε από την μέση του το φθαρμένο ράσο, για να ξαναγίνει από Ζευγάς, Παπάς.
Ήταν το ίδιο εκείνο ράσο, που φορούσε τότες, που τον κάλεσε ο
Επίσκοπος για να τον επιπλήξει. Γιατί δεν απέδιδε τα έσοδα της ενορίας στην
"μητέρα" Επισκοπή. Με ποιο δικαίωμα τα σπαταλούσε, για να δώσει στέγη
στις "κοινές" και στα παιδιά τους, αυτούς τους "σπόρους της
αμαρτίας", που "ο Θεός έχει καταραστεί".
"Κάπως αλλιώς αντιλαμβάνομαι εγώ την Αγαθότητα
του Μεγαλοδύναμου" , συλλογίστηκε, μα δεν μίλησε. Είχε πικρήν εμπειρία από
την "πραότητα" του Επισκόπου. Εξάλλου,
είχε ασκηθεί από μικρός στην εγκράτεια.
Λίγες μέρες αργότερα, διάβασε για την μετάθεσή του. Μάταια αναζήτησε την
έδρα της νέας ενορίας στο χάρτη. Το χωριό το είχε ξεχάσει ο χαρτογράφος όπως κι
όλοι οι άνθρωποι.
Φθάνοντας, βρήκε, στον μυχό μιας χαράδρας, σκόρπια σπίτια, σκόρπια κατσίκια,
σκόρπια παιδιά, ένα γεφύρι ξύλινο, έτοιμο να σκορπίσει κι αυτό.
Κι ένα Σκολειό κλειστό, με φαφούτικα παράθυρα. Ένα δύσκολο ταξίδι
ξεκινούσε.............................................................................
Ο Ζευγάς - Παπάς, γνώρισε από μακριά την μικροσκοπική φιγούρα, που
πηδούσε ανυπόμονα από τό'να πόδι στ'άλλο , μπρος στο κατώφλι της φτωχικής
κάμαρας του ιερέα . Το παιδάκι, κουνούσε ζωηρά τα χέρια και τον φώναζε:
-Παπά Θωμάα ! Παπά Θωμάααα!!
-Τί ' ναι μωρέ Στελλάκη;
-Ήρτε! Η Δασκάλα ήρτε! Την είπα ότι είναι τυχερή, που βρήκε το Σκολειό με
παραθύρια και σόμπα. Την είπα ότι κάθε πρωί έχει γάλα και ψωμί και ζάχαρη
για όλους. Και χαρτιά και βιβλία κι απ' όλα. Και για το καλό γεφύρι την είπα,
για να μη φοβηθεί και φύγει. Κι είπε ότι θέλει να κάτσει κι ότι θέλει και σένα
να συνεχίσεις να μας μαθαίνεις πράματα μαζί της και....
Ο μικρούλης θα συνέχιζε για πολύ ακόμα, αν δεν είχε προβάλλει μια μικροκαμωμένη
καστανή κοπέλα, με φωτεινά μάτια.
-"Καλησπέρα Πατέρα". Κι η φωνή της έτρεμε.
Ένα δευτερόλεπτο αργότερα, ο παπά-Θωμάς, έσφιγγε στην αγκαλιά του
έναν από τους πιο αγαπημένους του "σπόρους της αμαρτίας", που
είχε τόσο σπαραχτικά αποχωριστεί πριν λίγα χρόνια.
Τα μάτια του παπά Θωμά, γέλασαν. Η ψυχή του ξαπόστασε.
Κι αν το χωριό
το ξέχασε ο χαρτογράφος,
δεν το ξέχασε
ο Θεός...
4.Η διάγνωση
Την πρώτη φορά ήταν 18. Ο πατέρας του είχε γυρισμένη την πλάτη κρατώντας σφιχτά το χαρτί. Γύρισε και με υποτυπώδη εγκράτεια τον κοίταξε στα μάτια σκίζοντας επιδεικτικά την αίτηση για την Καλών Τεχνών.
«Πέταξε τα σκουπίδια πριν καθίσεις για φαγητό και πλύνε τα χέρια σου», του είπε τρώγοντας κρέας με όρεξη.
Δεν ακούμπησε το πιάτο του. Το βράδυ έπεσε στο κρεβάτι με πόνους στη κοιλιά. Πριν χαράξει άδειασε το περιεχόμενο του στομάχου του πάνω στο μαξιλάρι.
Μια άλλη φορά τον έπιασε πριν τα 35. Αγαπούσε μια κοπέλα αλλά τα λόγια του πατέρα του ήταν τελεσίδικα:
«Θα πάρεις την Λ. Είναι μεγαλύτερή σου αλλά έχει καλή προίκα. Άσε τις αγάπες και τους έρωτες κατά μέρος».
Αντιμετώπισε με πραότητα τον απολυταρχικό πατέρα και δέχτηκε την απαίτησή του. Τη νύχτα του γάμου στριφογύριζε στο κρεβάτι αφήνοντας βαριές και κοφτές ανάσες. Η γυναίκα του, κάθε τρεις και λίγο τον σκούνταγε:
«Σταμάτα πια να κοιμηθώ! Όλο παράπονα είσαι. Τίποτα δεν έχεις πέσε και κοιμήσου.»
Στην δουλειά, εργατικός και πρόθυμος να εξυπηρετήσει και να καλύψει όποτε χρειαζόταν τους συναδέλφους του.
«Οι καλοσύνες κύριε Ευγενόπουλε δεν θα σας βγουν σε καλό», του λεγε ο προϊστάμενος. «Εδώ είναι χώρος εργασίας. Όχι φιλανθρωπικό ίδρυμα. Τελευταία φορά που σας κάνω παρατήρηση. Μην ξεχάσω, θα ήθελα σαν βοηθός μου να πάρετε αυτή τη λίστα και να ανακοινώσετε την απόλυση στους κάτωθι… »
Γύρισε σπίτι με πονοκέφαλο. Μπήκε για ντους να χαλαρώσει και καθώς λουζόταν διέκρινε στα δάχτυλα των ποδιών τούφες από τα μαλλιά του.
«Γυναίκα! Τρέξε!..», φώναζε κι οι φλέβες στην καρωτίδα του πάλλονταν με απόγνωση.
Η γυναίκα τον αντίκρισε με δάκρυα στα μάτια να της δείχνει το σιφόνι.
«Κοίτα πόσες τούφες…! Μαδάω. Τα δάχτυλά μου… Ξεφλουδίζουν. Κοίτα.», της έλεγε και πέταγε κάτω κομμάτια αφυδατωμένης σάρκας.
Εκείνη κοίταζε αλλά δεν έβλεπε τίποτα.
«Θα πάμε στο γιατρό αύριο να σε δει εντάξει; Είσαι κουρασμένος. Τίποτα δεν έχεις.»
Ο ένας γιατρός διαδεχόταν τον άλλο.
«Κύριε Ευγενόπουλε πείτε μου τι νιώθετε; Σας βλέπω απόλυτα υγιή».
«Ησυχάστε κύριε Ευγενόπουλε δεν έχετε τίποτα. Οι εξετάσεις σας είναι απολύτως φυσιολογικές.»
«Φυσικά και ξέρω τι σας λέω κύριε Ευγενόπουλε. Άγχος έχετε. Η μάστιγα της εποχής μας. Πάρτε αυτά τα χάπια κι ηρεμήστε».
Τους πίστεψε με την αγαθότητα και την ευκολοπιστία που ήταν ποτισμένα τα κύτταρά του. Δεν είχε λόγους να αμφισβητεί τη διάγνωση.
Τελευταία φορά που είχε τα συμπτώματα ήταν όταν ήρθαν για τον πατέρα του.
«Δεν μπορείτε κύριε Ευγενόπουλε να τον φροντίσετε. Υπογράψτε εδώ και θα τον περιποιηθούμε εμείς. Δεν θα του λείψει τίποτα. Δεν μπορείτε να του παρέχετε την κατάλληλη φροντίδα. Είναι για το καλό του! Θα σας ενημερώνουμε μηνιαίως για το λογαριασμό. Καληνύχτα σας κύριε Ευγενόπουλε».
«Καληνύχτα σας κύριε Ευγενόπουλε», είπε ο ηλικιωμένος άντρας στον άγνωστο που έβαλε με μακροθυμία την υπογραφή του.
Πριν ξαπλώσει τράβηξε με δύναμη τη σάρκα που απέμεινε, από το κεφάλι προς τα πόδια κι έκρυψε το δέρμα του στο συρτάρι. Η γυναίκα του ποτέ δεν κατάλαβε τη διαφορά.
Ακόμα και τώρα καμιά φορά τις νύχτες, παίρνει το δέρμα του και σκεπάζει τον άγνωστο που κοιμάται στο κρεβάτι του.
5.Απολογισμός Ζωής
Απ' το εκτυφλωτικό φως, που πήγαζε απ'
το λευκό τούνελ, και διέλυε το πυκνό σκοτάδι που επικρατούσε, άρχισαν να
ξεπροβάλλουν δύο αστραπόμορφοι με μακριά χρυσά μαλλιά. Απαράμιλλη ανέκφραστη
ωραιότητα. Ωστόσο ξεχείλιζαν αγάπη, η αγαθότητά τους
παρέλυε και μετάγγιζε ζεστασιά. Ήταν ο Προστάτης Άγγελος κι ο Άγγελος Υποδοχής,
που ζύγωσαν κοντά στην ψυχή του κεκοιμημένου, κι έδιναν την δική τους
υπερπροσπάθεια, να την προστατεύσουν και να την σώσουν απ' τα δαιμόνια.
Δαιμόνια που άλλαζαν συνεχώς την μορφή
τους, και φοβέριζαν την ψυχή. Πότε άγριοι λύκοι, που έτειναν λυσσασμένα. Πότε
σκύλοι, που το γαύγισμά τους ξεκούφαινε. Πότε δίμετροι, γεροδεμένοι μελαμψοί
άντρες, που προσπαθούσαν να κάνουν την ψυχή να χάσει κάθε ελπίδα για την
σωτηρία της. Αδυσώπητες κατηγόριες, ψευδείς κι αληθινές. Κατηγόριες που
ακούγονταν με γνώριμες φωνές "Επιτέλους, γλιτώσαμε απ' αυτό το ανηλεές
αφεντικό. Καμιά μακροθυμία και καλοσύνη. Μόνο εξεταστικά βλέμματα, ανικανοποίητες
απαιτήσεις κι αλλεπάλληλες προσβολές, θαρρείς και ηδονιζόταν να μας
ταπεινώνει." "Πολύ σπάταλος, ρε παιδί μου. Καμιά εγκράτεια πια. Άγγιζε τα όρια της επιδειξιομανίας η
ασυδοσία του φορές φορές." "Αυτό που δεν τον χαρακτήριζε στα σίγουρα
ήταν η πραότητα. Ακροβατούσε στο σχοινί της
ευερεθιστότητας. Μπορούσε να γίνει εξαιρετικά σαρκαστικός, και να κινεί με
περισσή επιδεξιότητα τους σπάγκους, μεταβάλλοντας τον οποιονδήποτε σε
μαριονέτα, οδηγώντας τον στην πλήρη αποστροφή και βγάζοντάς τον εκτός
εαυτού." [...]
Μία στάλα δάκρυ λαμπύριζε στην κόχη
του ματιού της ψυχής. Όχι επειδή την βάραιναν με ανυπόστατες δηλώσεις, μα
επειδή ήξερε ότι -πολλά απ' αυτά- ήταν η πάσα αλήθεια.
Ανυπολόγιστο το βάρος που απίθωνε στο ζύγι,
αγνοώντας κώδωνες και προειδοποιήσεις. Μα τώρα ήταν αργά για αλάφρωμα της
ζυγαριάς κι εξιλέωση μετά επανορθώσεων. Κι αυτό το γνώριζε καλά, και γι'
αυτό... οδυρόταν.
6. "Για σένα"
Η πόρτα έτριξε
καθώς την έσπρωξε για να μπει στο άδειο σπίτι, όπως έτριζε και το μυαλό του,
βασανισμένο από τις αναταράξεις που είχε περάσει τα τελευταία
"πέτρινα" χρόνια της ζωής του...
Καθώς περνούσε
το σιδερένιο κιγκλίδωμα ένιωθε πως εισέβαλε στο σπίτι και στη ζωή μιας
άγνωστης.... Μύρισε αμέσως την απουσία και σχεδόν ένιωσε τη μοναξιά να
σέρνεται πάνω από τα σκονισμένα έπιπλα, πίσω από τις βαριές, μπορντοκόκκινες
βελούδινες κουρτίνες...
Ποτέ του δεν
τις συμπάθησε... Του ξέσκιζαν τα σωθικά, όπως το απόμακρο και δίχως
συναισθηματισμούς περιβάλλον που μεγάλωσε...
Και τότε το
είδε. Δεν ήταν εκεί που το θυμόταν, αλλά ήταν το ίδιο βενετσιάνικο σκαλιστό
σεκρετέρ, με τη λευκή πατίνα. Θα το αναγνώριζε ανάμεσα σε εκατό άλλα....
Την είδε να
κάθεται με την ολόχρυση πένα της και το δερματόδετο σημειωματάριο και να
γράφει.... 'Ηταν οι μόνες στιγμές που τη θυμόταν να γλυκαίνει....
Περιέργαστηκε
αφηρημένος τα μυστικά του συρταράκια ψάχνοντας για την πένα .... "Να έχω
κάτι δικό της", σκέφτηκε... Αντί για την πένα ένας φάκελος τον τάραξε επί τη εμφανίσει του!
"Για
σένα" έλεγε με υπέροχα καλλιγραφικά γράμματα και ήξερε που απευθυνόταν…
" Πρώτη
φορά στη ζωή μου δεν μπορώ να βρω πρόλογο. Δεν ξέρω αν θα το βρεις, αν έχω
δικαίωμα να σου γράφω. Ξέρω πως μας χώρισαν πολλά... Πώς ίσως να μην σε
συναντήσω ξανά και ποτέ να μη φιλιώσουμε εν ζωή...
Μα μια ανώτερη
δύναμη, με κάνει να θέλω να σου γράψω ....μήπως κι εξιλεωθώ....
Πάντα ήθελα το
σωστό στη ζωή μου. Έτσι μεγάλωσα εγώ. Έτσι έμαθα ότι πρέπει να μεγαλώνουν οι
άνθρωποι. Μέσα στην εγκράτεια, το σεβασμό, την υπακοή. Η Τάξη μας δεν άφηνε περιθώρια για
δημοκρατισμούς και φιλελεύθερες ιδέες.
Δεν ήταν ότι
δεν είχα καλοσύνη, είναι
που δεν τη διδάχθηκα.
Δεν με
δικαιολογεί που δεν ήμουν εκεί, δίπλα σου, όταν με είχες ανάγκη. Έσφαλα σε
πολλά. Αλλιώς θα ήσουν εδώ.
Από την αγαθότητα και την
ευκολοπιστία σου οδηγήθηκες σε δρόμους κολασμένους. Στην αντίπερα όχθη. Κι εγώ,
ποτέ δεν πέρασα απέναντι για να σε συναντήσω. Δεν έδωσα το χέρι μου όταν
εκλιπαρούσες για βοήθεια... Με πόση πραότητα αντιμετώπισες τη δική μου τυπική παρουσία στη δίκη
σου!
Ντρέπομαι. Εσύ
είχες δάκρυα στα μάτια. Εγώ μίσος. Γιατί δεν θέλησες να γίνεις αυτό που
ονειρεύτηκα για σένα. Δεν υπήρξα δάσκαλος κι αρωγός δίπλα σου. Μονάχα δικαστής
κι αδυσώπητος τιμωρός. Δεν μ'ένοιαζε τότε.
Δεν ήξερα
βλέπεις πόσο ακριβά πληρώνεται η αδιαλλαξία!
Εξέτισα την
ποινή μου με πόνο βαθύ, βουβό... Μόνο που μαζί μου υπέφερες κι εσύ!
Για μας ίσως
είναι αργά. Δεν είναι όμως για σένα.
Ο Χριστός
δίδαξε τη μακροθυμία και τη συγχώρεση. Δείξε πίστη λοιπόν. Συγχώρεσε με μέσα σου!
Μην εκτίσεις
το υπόλοιπο των δικών μου ισοβίων. Γύρνα πίσω στη ζωή....
Κέρδισε τη Ζωή!
Αυτή είναι η
μόνη ευχή και διαθήκη μου.
Η μάνα σου!"
Σκούπισε το
δάκρυ που κύλησε...
Ήξερε ότι δεν
μπορούσε πια να σώσει το παρελθόν. Μα είχε ένα παρόν στα χέρια του κι όφειλε να
το ζήσει!
Άνοιξε τη
πόρτα και βγήκε στο δρόμο πλημμυρισμένος συναισθήματα...
Είχε ραντεβού
με τη Ζωή! Κι είχε αργήσει πολύ!
Εδώ τελείωσαν οι πρώτες 6 συμμετοχές
Στην επόμενη ανάρτηση συνεχίζουν άλλες 8.
Πάτα εδώ και μπες απευθείας.