η γη ήταν τετράγωνη κι ακίνητη.
Οι άνθρωποι με τομάρια ζώων ενδύονταν
κι αγωνιούσαν για το πιάτο της ημέρας.
Μα μαζεύονταν γύρω από τη φωτιά
λέγοντας ιστορίες
και χαμογελούσαν.
Μια φορά κι έναν καιρό
οι άνθρωποι έτρωγαν σε πέτρινα πιάτα
το χώμα δούλευαν σκληρά
και τα χέρια τους εγέμιζαν ρόζους.
Μα ευγνωμονούσαν Ουρανό και Γη
γιατί έπαιρναν ό,τι χρειάζονταν
και χαμογελούσαν.
Μια φορά κι έναν καιρό
τα παιδιά κλωτσούσαν αυτοσχέδιες μπάλες,
για κούκλες ξόανα είχαν,
και τους αρκούσε το τρέξιμο και το κρυφτό.
Μα τα αναψοκοκκινισμένα πρόσωπά τους
χαμογελούσαν.
Πέρασαν χρόνοι πολλοί κι οι καιροί άλλαξαν, πολύ.
Η φωτιά, κινούμενη εικόνα,
μέσα σε κουτί μπήκε.
μέσα σε κουτί μπήκε.
Ο κύκλος απέκτησε γωνίες
και πολυτελέστατος έγινε καναπές
και πολυτελέστατος έγινε καναπές
Μα σιωπηρός μένει, χωρίς ψυχές.
Οι μπάλες δεν φτάνουν για να χορτάσουν
τις παιδικές, καινούργιες ανάγκες
και η ευγνωμοσύνη
δεν είναι στο πρόγραμμα της ημέρας.
Οι άνθρωποι και σήμερα όπως Τότε,
ακόμα για το πιάτο της ημέρας αγωνιούν.
ακόμα για το πιάτο της ημέρας αγωνιούν.
Μα δεν χαμογελούν πια πολύ.
Κι η γη είναι στρογγυλή.
Καθόλου επίπεδη.
Και κινείται.
Καθόλου επίπεδη.
Και κινείται.
Κινείται πολύ....
Μα ακίνητα είναι τα πρόσωπα
που δεν χαμογελούνε πια.
Μα ακίνητα είναι τα πρόσωπα
που δεν χαμογελούνε πια.
@ριστέα
Καλή σας μέρα.
Να έχετε μια υπέροχη Κυριακή