Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Όμορφος κόσμος, άσχημα φτιαγμένος! (Παίζοντας με τις λέξεις #9)


Κράτησε το τραχύ σκοινί στα ιδρωμένα χέρια του και για μια στιγμή που του φάνηκε αιώνας 
δεν ήξερε τι να κάνει με αυτό. Σάμπως είχε φτιάξει ξανά θηλιά; Ό,τι είχε δει σε μια ταινία θα έκανε. Κι ο θεός βοηθός. 
Δεν τον πείραζε που θα έφευγε. Το είχε προαποφασίσει. Καλύτερα να τελείωνε. Δεν άντεχε άλλο με τις προκαταλήψεις, την κοροϊδία, τα πειράγματα!  Αδιέξοδο. Πουθενά δεν έβλεπε λίγο φως έστω στις χαραμάδες, κάτι που να σταθεί πάνω του, να κρατηθεί για να μην πέσει στη χαράδρα της απόγνωσης. Είχε ξεπεράσει τα όρια αντοχής του προ πολλού! Πώς να συνεχίσει έτσι; Πνιγόταν ήδη σε θηλιές. Μία ακόμα λοιπόν! Τι ήταν μία ακόμα;  Θα υπέφερε λίγο, μα θα ξεμπέρδευε για πάντα.

Σκούπισε στη μπλούζα του τα ιδρωμένα χέρια, το σκοινί γλιστρούσε σαν χέλι στα μικροκαμωμένα του δάχτυλα, για μια στιγμή παραπάτησε. Είχε βραδιάσει σχεδόν, το σκοτάδι γύρω του δεν τον βοηθούσε να δει που πατάει. Επίτηδες επέλεξε το σύθαμπο της μέρας. Απόψε δεν θα ήταν κανείς σπίτι. Ήταν βέβαιος για αυτό. Ο πατέρας είχε πάει για ένα ακόμα νυχτοκάματο, φύλακας στο εργοστάσιο ξυλείας, η μάνα θα ήταν αποκλειστική σε μια γρια γειτόνισσα που είχε βγει προσφάτως από το νοσοκομείο. 

Αν όλα πήγαιναν καλά απόψε θα αναπαυόταν για πάντα. Θα έμπαινε σε μια άλλη τροχιά πια, γύρω από την κόλαση ίσως, αλλά ωχού! Ποιος πίστευε πια σε κόλαση και Παραδείσους; Την κόλαση ζούσε κι εδώ! Εκεί μπορεί να μην ένιωθε εξάλλου. Ποιος γύρισε να το πιστοποιήσει;

Θα μπορούσε βέβαια όλα να ήταν αλλιώς.

Αυτός να έχει γεννηθεί όμορφος, σε μια εύρωστη οικογένεια. Να σφύζει από υγεία. Θα μπορούσε να έχει φίλους, να πηγαίνει για μπάσκετ, γυμναστήριο, στα καφέ και στις βόλτες τους να είναι στην παρέα τους . Να κάνουν πλάκα, να γελούν μαζί, όχι μαζί του!  Να είναι περιζήτητος ανάμεσα στα κορίτσια, αλλά αυτός να έχει δίπλα του την Άννα. Την Άννα που δεν θα γυρνούσε ποτέ να τον κοιτάξει. Όχι σε αυτή τη ζωή. 
Σκούπισε τα δάκρυα που έτρεξαν. "Οι άντρες δεν κλαίνε, μόνο τα κοριτσάκια". Να άλλη μία ανόητη, ηλίθια προκατάληψη! Ο τόπος ήταν γεμάτος από δαύτες. 
Ο κόσμος προτιμάει τους ωραίους, τους υγιείς, τους δικούς του.  Σε αυτή τη ζωή όλα ήταν αλλιώς για τον ίδιο. Είχε γεννηθεί λειψός, δύσμορφος και κυρίως σε μια άλλη πατρίδα. Και για τίποτα από όλα αυτά δεν έφταιγε ο ίδιος. Τίποτα δεν είχε επιλέξει. Κι αυτό ήταν  που τον έπνιγε πιότερο!

Θα μπορούσε όλα να ήταν αλλιώς

Θα μπορούσε να ήταν ένας κόσμος όπου όλοι θα ήταν ευτυχισμένοι και χαμογελαστοί.....
Αλλά δεν ήταν!

Πέρασε τη θηλιά και ονειρεύτηκε έναν άλλον, υπέροχο κόσμο.

Το πρωί όταν τον βρήκαν είχε ένα χαμόγελο στο παραμορφωμένο του πρόσωπο. 
Επιτέλους χαμογέλασε! είπε η μάνα και τον έσφιξε στην αγκαλιά της.



Αυτή ήταν η μία από τις δύο μου συμμετοχές στο
Παίζοντας με τις λέξεις #9
που διοργανώνει ακούραστα η Μαρία μας, στο mytripsonblog.
Η άλλη αναρτήθηκε εδώ ► Στο σύθαμπο της προκατάληψης 

Ευχαριστώ θερμά τη Memaria 
που συνεχίζει ακούραστα να μας δίνει κίνητρα για δημιουργία 
αλλά και όλους όσοι ξεχώρισαν την ιστορία μου και την ψήφισαν.

Κλείνω με μία ευχή μονάχα:
Να μην χρειαστεί κανένα παιδί να φύγει από αυτή τη ζωή,
προκειμένου να χαμογελάσει.

Σας φιλώ.
@ριστέα

Συνεχίζεται να ψηφίζετε για το 
όσοι φίλοι δεν το έχετε κάνει ακόμα,
έως και την Πέμπτη στις 8 μμ
ή 
να γράφετε για το